Ο αποκλεισμός των υποψηφίων με δυσλεξία από την εισαγωγή στις παραγωγικές σχολές των Ενόπλων Δυνάμεων, της Ελληνικής Αστυνομίας και του Πυροσβεστικού Σώματος δεν αντίκειται στο Σύνταγμα, την ΕΣΔΑ και την Οδηγία 2000/78/ΕΚ.
(αναρτημένη στην ιστοσελίδα του Δικαστηρίου)
ΣτΕ Γ΄ 1643/2023
Πρόεδρος: Δ. Μακρής, Σύμβουλος Επικρατείας
Εισηγητής: Α. Κοντοπόδη, Πάρεδρος
Με την 1643/2023 απόφαση του Γ΄ Τμήματος κρίθηκε κατά πλειοψηφία ότι η απαίτηση, που εισάγεται με τον Γενικό Πίνακα Νοσημάτων, Παθήσεων και Βλαβών του π.δ. 11/2014 (Α΄ 17), το οποίο διέπει την εισαγωγή σπουδαστών/φοιτητών στις σχολές των Ενόπλων Δυνάμεων, της Ελληνικής Αστυνομίας και του Πυροσβεστικού Σώματος, όπως οι υποψήφιοι για εισαγωγή στις πιο πάνω παραγωγικές σχολές να μην παρουσιάζουν διαταραχές της μάθησης με έναρξη στην παιδική ηλικία (δυσλεξία), δεν παραβιάζει: α) τη διάταξη του άρθρου 5 παρ. 1 του Συντάγματος, με την οποία κατοχυρώνεται η πρόσβαση κάθε Έλληνα σε δημόσιες θέσεις και αξιώματα κατά τον λόγο της προσωπικής του αξίας και ικανότητας, ούτε τις συνταγματικές αρχές της ισότητας και της αναλογικότητας· β) το άρθρο 21 παρ. 6 του Συντάγματος· γ) το άρθρο 14 της ΕΣΔΑ σε συνδυασμό με το άρθρο 2 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ· δ) την Οδηγία 2000/78/ΕΚ του Συμβουλίου για τη διαμόρφωση γενικού πλαισίου για την ίση μεταχείριση στην απασχόληση και την εργασία.
Ειδικότερα, όσον αφορά τη συμφωνία της πιο πάνω πρόβλεψης με το άρθρο 5 παρ. 1 του Συντάγματος, τις αρχές της ισότητας και της αναλογικότητας έγιναν δεκτά τα ακόλουθα: Το στρατιωτικό περιβάλλον είναι περιβάλλον υψηλής ασφάλειας και επικινδυνότητας, χαρακτηρίζεται δε από την κινητικότητα των στελεχών του (ήτοι τη δυνατότητα τοποθέτησής τους σε οιαδήποτε θέση του βαθμού τους και του όπλου, σώματος ή γενικής ειδικότητας, στην οποία ανήκουν, προς εξυπηρέτηση των εκάστοτε συντρεχουσών επιχειρησιακών και εν γένει υπηρεσιακών αναγκών), καθώς και τις καταστάσεις αυξημένης πίεσης που καλούνται να αντιμετωπίσουν. Αντιστοίχως, και το αστυνομικό και πυροσβεστικό προσωπικό προσφέρει τις υπηρεσίες του σε περιβάλλον αυξημένης επικινδυνότητας και σε πολλές περιπτώσεις καλείται να δράσει υπό συνθήκες ακραίας ψυχοσωματικής πίεσης. Άλλωστε, και η Ελληνική Αστυνομία συνιστά στρατιωτικώς οργανωμένο σώμα ασφαλείας και, πέραν της βασικής αποστολής της, που συνίσταται στην τήρηση της δημόσιας τάξης και της κρατικής ασφάλειας, συμμετέχει, εφόσον παραστεί ανάγκη, στην εθνική άμυνα από κοινού με τις ένοπλες δυνάμεις, ενώ και το Πυροσβεστικό Σώμα, αν και αποτελεί πολιτική διοικητική υπηρεσία, συνιστά ιδιαίτερο σώμα ασφαλείας, επιφορτισμένο με την προστασία της ζωής και της περιουσίας των πολιτών, του κράτους και του φυσικού περιβάλλοντος από κινδύνους φυσικών και τεχνολογικών καταστροφών και την αντιμετώπιση, στο πλαίσιο της αποστολής του, κάθε έκτακτης ανάγκης που ανακύπτει σε περίοδο ειρήνης ή πολέμου. Το αστυνομικό και πυροσβεστικό προσωπικό των εν λόγω σωμάτων διακρίνεται σε γενικών και ειδικών καθηκόντων, από τις οικείες παραγωγικές σχολές δε προέρχεται το προσωπικό γενικών καθηκόντων. Τούτο σημαίνει ότι οι απόφοιτοι των σχολών αυτών καλούνται να υπηρετήσουν σε οιαδήποτε θέση της Ελληνικής Αστυνομίας και του Πυροσβεστικού Σώματος αναλόγως των αναγκών της υπηρεσίας και δεν τοποθετούνται σε συγκεκριμένη θέση βάσει ειδικότητας. Περαιτέρω, οι Ένοπλες Δυνάμεις χαρακτηρίζονται από αυστηρή ιεραρχική δομή και λειτουργία, βασισμένη στην απαρέγκλιτη τήρηση των κανόνων της πειθαρχίας και της υπακοής των κατώτερων προς τους ανώτερους. Η ικανότητα κατανόησης των διδόμενων διαταγών, ώστε να εκτελεσθούν ορθώς, και η σωστή και σαφής διατύπωση διαταγών, αποτελούν αναγκαία προσόντα του στρατιωτικού, που αναδεικνύονται σε κρίσιμα κατά την ώρα της μάχης. Εκ τούτου παρέπεται ότι διαταραχές, που επιδρούν στην ικανότητα κατανόησης ή απόδοσης του περιεχομένου διαταγής, δικαιολογούν τον αποκλεισμό ατόμων που πάσχουν από αυτές από την εισαγωγή στις στρατιωτικές σχολές, από τις οποίες αποφοιτούν τα μόνιμα στελέχη των Ενόπλων Δυνάμεων. Συνεπώς, η συμπερίληψη της δυσλεξίας μεταξύ των διαταραχών, που καθιστούν το άτομο που πάσχει από αυτήν «ακατάλληλο» να υπηρετήσει ως μόνιμος αξιωματικός ή υπαξιωματικός στις ένοπλες δυνάμεις δικαιολογείται εκ του λόγου ότι η δυσλεξία επηρεάζει την ικανότητα ορθής κατανόησης και σύνταξης γραπτών εντολών στο υψηλής ασφάλειας και επικινδυνότητας στρατιωτικό περιβάλλον. Ο ίδιος λόγος, εξάλλου, δικαιολογεί την πρόβλεψη της δυσλεξίας ως διαταραχής που οδηγεί στον αποκλεισμό των υποψηφίων που πάσχουν από αυτήν από την εισαγωγή στις παραγωγικές σχολές της Ελληνικής Αστυνομίας και του Πυροσβεστικού Σώματος. Επιπλέον, οι απόφοιτοι της Σχολής Αστυφυλάκων και της Σχολής Πυροσβεστών είναι ανακριτικοί υπάλληλοι, τα προανακριτικά δε καθήκοντα που ασκούν απαιτούν αυτονοήτως απόλυτη ικανότητα ανάγνωσης και, ιδίως, ορθογραφίας. Ακόμη, λόγω του ιδιαιτέρως απαιτητικού χαρακτήρα των καθηκόντων του πυροσβεστικού προσωπικού, προβλήματα που συνδέονται με τη δυσλεξία, όπως σύγχυση στο χώρο ή δυσκολία με το χωρικό συλλογισμό κατά την ανάγνωση χαρτών ιδίως όταν αυτοί περιέχουν και γραπτές οδηγίες, δικαιολογούν, σε συνδυασμό με τα προαναφερθέντα, τον αποκλεισμό των υποψηφίων που πάσχουν από δυσλεξία από την εισαγωγή στις Σχολές Αξιωματικών και Πυροσβεστών της Πυροσβεστικής Ακαδημίας. Εξάλλου, η Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων, η Σχολή Αξιωματικών της Ελληνικής Αστυνομίας και οι Σχολές Αξιωματικών και Πυροσβεστών της Πυροσβεστικής Ακαδημίας, ως παραγωγικές σχολές των Ενόπλων Δυνάμεων, της Ελληνικής Αστυνομίας και του Πυροσβεστικού Σώματος, η εισαγωγή στις οποίες οδηγεί σε πρόσβαση σε δημόσια θέση δηλαδή σε διορισμό στο Δημόσιο, τελούν προδήλως υπό διαφορετικές συνθήκες σε σχέση με τα λοιπά ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα, στα οποία επιτρέπεται η εισαγωγή ατόμων με δυσλεξία, κατόπιν προφορικής εξέτασής τους κατά τις πανελλαδικές εξετάσεις, ενώ αντίστοιχα, υπό προδήλως διαφορετικές συνθήκες σε σχέση με τα ανώτερα εκπαιδευτικά ιδρύματα του άρθρου 16 παρ. 7 του Συντάγματος τελούν και η Σχολή Μόνιμων Υπαξιωματικών της Αεροπορίας και η Σχολή Αστυφυλάκων, οι οποίες επίσης αποτελούν παραγωγικές σχολές, που δεν έχουν ως κύρια αποστολή την παροχή γενικής ανώτερης εκπαίδευσης. Περαιτέρω, η μη πρόβλεψη ως ηπιότερου μέτρου, αντί του αποκλεισμού των ατόμων με μαθησιακές δυσκολίες με έναρξη στην παιδική ηλικία από την εισαγωγή στις πιο πάνω παραγωγικές σχολές, της απασχόλησης των ατόμων αυτών σε συγκεκριμένες θέσεις στα ως άνω σώματα, συνδεόμενες με την άσκηση καθηκόντων που δεν επηρεάζονται από τις μαθησιακές τους δυσκολίες, δεν συνιστά παράβαση της αρχής της αναλογικότητας, δεδομένου ότι η επιλογή μιας τέτοιας λύσης θα αντέκειτο στον κανόνα της κατάταξης του αστυνομικού και του πυροσβεστικού προσωπικού, που αποφοιτά από τις παραγωγικές σχολές, ως προσωπικού γενικών καθηκόντων, καθώς και στην απαίτηση, που πρέπει να πληρούν τα μόνιμα στελέχη των ενόπλων δυνάμεων, για ανταπόκριση στα καθήκοντα που συνεπάγεται η τοποθέτησή τους σε οιαδήποτε θέση του βαθμού τους και του όπλου, σώματος ή ειδικότητας, στην οποία ανήκουν. Συνεπώς, η απαίτηση του Γενικού Πίνακα Νοσημάτων, Παθήσεων και Βλαβών του π.δ. 11/2014 όπως οι υποψήφιοι για τις σχολές των ενόπλων δυνάμεων και των σωμάτων ασφαλείας να μην παρουσιάζουν διαταραχές της μάθησης με έναρξη στην παιδική ηλικία τελεί σε συνάφεια με τα καθήκοντα που οι ως άνω θα κληθούν να εκτελέσουν μετά την αποφοίτησή τους από τις οικείες παραγωγικές σχολές, δικαιολογείται από αποχρώντες λόγους δημοσίου συμφέροντος, που ανάγονται στη διασφάλιση της εύρυθμης λειτουργίας, της επιχειρησιακής ετοιμότητας και του αξιόμαχου των ενόπλων δυνάμεων και των σωμάτων ασφαλείας και δεν είναι προδήλως απρόσφορη ή μη αναγκαία για την επίτευξη των ως άνω σκοπών.