Ιατροί του ΕΣΥ και πειθαρχικά παραπτώματα.
Επιτρέπεται η ολοκλήρωση της πειθαρχικής διαδικασίας και μετά τη λύση της υπαλληλικής σχέσεως. Άσκηση πειθαρχικής εξουσίας και από το ΣτΕ. Παρά το γεγονός της απώλειας της υπαλληλικής ιδιότητας του υπαλλήλου, η δίκη συνεχίζεται. Αντίθετη μειοψηφία. Το πειθαρχικό όργανο και το ΣτΕ δεσμεύονται από την αμετάκλητη απόφαση ποινικού δικαστηρίου ή το αμετάκλητο απαλλακτικό βούλευμα που διαπιστώνουν ρητώς την ύπαρξη ή ανυπαρξία πραγματικών περιστατικών. Ο καθ΄ ου η προσφυγή υπέπεσε στο πειθαρχικό παράπτωμα της παράβασης καθήκοντος κατά τον Ποινικό Κώδικα, που επισύρει την ποινή της οριστικής παύσης. Εφόσον ο υπάλληλος έχει απολέσει την υπαλληλική ιδιότητα, η επιβληθείσα ποινή πρέπει να μετατραπεί σε ποινή προστίμου αποδοχών 12 μηνών. Δεκτή η προσφυγή του Γενικού Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης.
Αριθμός 424/2019
ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ
ΤΜΗΜΑ Γ΄
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του την 1η Νοεμβρίου 2018, με την εξής σύνθεση: Γ. Ποταμιάς, Σύμβουλος της Επικρατείας, Προεδρεύων, σε αναπλήρωση της Προέδρου του Τμήματος και του αναπληρωτή Προέδρου, που είχαν κώλυμα, Β. Αναγνωστοπούλου – Σαρρή, Δ. Εμμανουηλίδης, Σύμβουλοι, Ε. Μελισσαρίδης, Α. Χρυσικόπουλος, Πάρεδροι. Γραμματέας ο Α. Γεωργακόπουλος.
Για να δικάσει την από 6 Απριλίου 2016 προσφυγή:
του Γενικού Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης, που εδρεύει στην Αθήνα (………), ο οποίος δεν παρέστη,
κατά των: 1. Υπουργού Υγείας, ο οποίος παρέστη με τον Παναγιώτη Δημόπουλο, Πάρεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους και 2. ………, ο οποίος εμφανίσθηκε αυτοπροσώπως,
και κατά της από 7.10.2015 αποφάσεως του Κεντρικού Πειθαρχικού Συμβουλίου Ιατρών Ε.Σ.Υ..
Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της εκθέσεως του εισηγητή, Συμβούλου Δ. Εμμανουηλίδη.
Κατόπιν το δικαστήριο άκουσε τον αντιπρόσωπο του Υπουργού, ο οποίος ζήτησε την απόρριψη της υπό κρίση προσφυγής.
Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη σε αίθουσα του δικαστηρίου και αφού μελέτησε τα σχετικά έγγραφα σκέφθηκε κατά τον Νόμο
1. Επειδή, για την άσκηση της κρινόμενης προσφυγής δεν απαιτείται, κατά το νόμο, η καταβολή παραβόλου.
2. Επειδή, με την προσφυγή αυτή ο Γενικός Επιθεωρητής Δημόσιας Διοίκησης ζητεί την εξαφάνιση της από 7.10.2015 (θέμα 2ο) αποφάσεως του Κεντρικού Πειθαρχικού Συμβουλίου Ιατρών του Ε.Σ.Υ., κατά το μέρος που με την απόφαση αυτή επιβλήθηκε στον καθ` ου η προσφυγή, Διευθυντή Ορθοπεδικής του Γενικού Νοσοκομείου Αττικής “………………”, η πειθαρχική ποινή της προσωρινής παύσης ενός έτους και όχι η πειθαρχική ποινή της οριστικής παύσης για το πειθαρχικό αδίκημα της παράβασης καθήκοντος κατά τον Ποινικό Κώδικα.
3. Επειδή, νομίμως έγινε η συζήτηση της υποθέσεως παρά τη μη παράσταση του προσφεύγοντος Γενικού Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης, ο οποίος άσκησε την υπό κρίση προσφυγή ως όργανο της κρατικής διοίκησης (ΣτΕ 3432/2011 επτ., 1793, 3513/2012, 3724/2014, 2007/2018), εφόσον αντίγραφο της από 9.11.2016 πράξεως της Προέδρου του Γ΄ Τμήματος περί ορισμού εισηγητή και δικασίμου κοινοποιήθηκε σε αυτόν στις 6.12.2016 νομοτύπως και εμπροθέσμως. Επειδή, εξάλλου, διάδικοι, εκτός του Γενικού Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης, είναι ο ………, σύμφωνα με το άρθρο 21 παρ. 3 περ. β΄ του π.δ. 18/1989 (Α΄ 8) και ο Υπουργός Υγείας, δεδομένου ότι με την υπό κρίση προσφυγή προσβάλλεται πράξη οργάνου του. Συνεπώς, οι ανωτέρω νομίμως παρέστησαν κατά τη συζήτηση της υποθέσεως στο ακροατήριο.
4. Επειδή, στην παράγραφο 1 του άρθρου 113 του νέου Υπαλληλικού Κώδικα (ν. 3528/2007, Α΄ 26, όπως ισχύει μετά την αντικατάστασή του με το άρθρο δεύτερο του ν. 4057/2012, Α΄ 54), το οποίο έχει όμοιο περιεχόμενο με την αντίστοιχη διάταξη του άρθρου 113 του προϊσχύσαντος Υπαλληλικού Κώδικα (ν. 2683/1999), ορίζεται ότι: “1. Ο υπάλληλος ο οποίος απώλεσε την υπαλληλική ιδιότητα με οποιονδήποτε τρόπο δεν διώκεται πειθαρχικώς, η πειθαρχική όμως διαδικασία η οποία τυχόν έχει αρχίσει, συνεχίζεται και μετά τη λύση της υπαλληλικής σχέσης με εξαίρεση την περίπτωση του θανάτου. …”. Εξάλλου, στο άρθρο 116 του ίδιου Κώδικα με τίτλο `Πειθαρχικά όργανα` ορίζεται ότι: “Πειθαρχική εξουσία στους υπαλλήλους ασκούν: α) … η) το Συμβούλιο της Επικρατείας”. Από τις ανωτέρω διατάξεις προκύπτει ότι αυτές αποβλέπουν στον κολασμό σοβαρών πειθαρχικών παραπτωμάτων, τα οποία διαπράττονται από υπαλλήλους, ενόσω διαρκεί η υπαλληλική σχέση, για τον έλεγχο των οποίων έχει αρχίσει η πειθαρχική διαδικασία πριν από την καθ` οιονδήποτε τρόπο λύση της υπαλληλικής σχέσεως με εξαίρεση την περίπτωση του θανάτου του πειθαρχικώς διωκομένου. Ως εκ τούτου, η ολοκλήρωση της πειθαρχικής διαδικασίας και η τυχόν επιβολή μιας από τις αυστηρότερες πειθαρχικές ποινές δικαιολογείται από λόγους δημοσίου συμφέροντος που συνίστανται στη διαφύλαξη του κύρους και της αξιόπιστης λειτουργίας της υπηρεσίας (ΣτΕ 4662/2012 ολομ., 3273/2014, 1493, 2192/2018). Εξάλλου, μεταξύ των πειθαρχικών οργάνων που ασκούν πειθαρχική εξουσία στους υπαλλήλους περιλαμβάνεται και το Συμβούλιο της Επικρατείας. Κατά τη γνώμη, όμως, του Προεδρεύοντος Συμβούλου ……., η προβλεπόμενη από τις ανωτέρω διατάξεις συνέχιση της πειθαρχικής ευθύνης του υπαλλήλου και μετά την έξοδό του από την υπηρεσία, πέραν του ότι αφορά τη διαδικασία ενώπιον των πειθαρχικών συμβουλίων που περαιώνεται ενώπιον της διοικήσεως, πάντως, δεν εξυπηρετεί κάποιο σκοπό δημοσίου συμφέροντος, όχι μόνο σε περίπτωση θανάτου του πειθαρχικώς διωκομένου αλλά και σε περίπτωση που αυτός έχει καταληφθεί από το όριο ηλικίας, καθ` όσον υπό οιανδήποτε εκδοχή δεν θα είχε τη δυνατότητα να επανέλθει στην υπηρεσία (ΣτΕ 2495/2015). Στην προκειμένη περίπτωση, με την Α2α/οικ. 94663/13.12.2016 απόφαση του Υπουργού Υγείας λύθηκε η υπαλληλική σχέση του καθ` ου η προσφυγή στις 31.12.2016 λόγω συμπληρώσεως του ορίου ηλικίας (ΦΕΚ Γ΄ 1382/30.12.2016), παρά το γεγονός, όμως, της απώλειας της υπαλληλικής του ιδιότητας, η δίκη συνεχίζεται, σύμφωνα με την ανωτέρω διάταξη της παραγράφου 1 του άρθρου 113 του Υ.Κ. Κατά τη γνώμη, όμως, της μειοψηφίας, η υπό κρίση προσφυγή πρέπει να απορριφθεί ως αλυσιτελής, διότι ακόμα και αν αυτή γινόταν δεκτή, δεν θα είχε οποιαδήποτε συνέπεια για τον καθ` ου η προσφυγή, του οποίου η υπαλληλική σχέση είχε λυθεί, εφόσον αυτός είχε καταληφθεί από το όριο ηλικίας.
5. Επειδή, με την παρ. 1 του άρθρου 1 του ν. 3074/2002 (Α΄ 296) συνεστήθη η θέση του Γενικού Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης “για τη διασφάλιση της εύρυθμης και αποτελεσματικής λειτουργίας της διοίκησης, την παρακολούθηση και αξιολόγηση του έργου των ελεγκτικών σωμάτων της δημόσιας διοίκησης και τον εντοπισμό των φαινομένων διαφθοράς και της κακοδιοίκησης.”. Ο Γενικός Επιθεωρητής Δημόσιας Διοίκησης απέκτησε το πρώτον δικαίωμα άσκησης προσφυγής ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας και του Διοικητικού Εφετείου κατά όλων των τελεσίδικων πειθαρχικών αποφάσεων σε βάρος μόνιμων υπαλλήλων με τη διάταξη της παρ. 5 του άρθρου 3 του ν. 3613/2007 (Α΄ 263), με την οποία αντικαταστάθηκε η περ. δ΄ της παρ. 2 του άρθρου 1 του ν. 3074/2002. Εν συνεχεία, όμως, με τον ν. 4057/2012, στο πλαίσιο της ριζικής αναμόρφωσης των διατάξεων του Κώδικα Κατάστασης Δημοσίων Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ. (ν. 3528/2007) που αφορούν στο πειθαρχικό δίκαιο των δημοσίων υπαλλήλων, ο νομοθέτης περιόρισε την προβλεπόμενη στην περ. δ΄ της παρ. 2 του άρθρου 1 του ν. 3074/2002 δυνατότητα άσκησης προσφυγής εκ μέρους του Γενικού Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας και του Διοικητικού Εφετείου. Ειδικότερα, υπό την ισχύ του ν. 4057/2012, ο Γενικός Επιθεωρητής Δημόσιας Διοίκησης δύναται να ασκεί προσφυγή μόνο ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας και μόνο κατά των αποφάσεων του Δευτεροβάθμιου Πειθαρχικού Συμβουλίου, με τις οποίες επιβάλλονται οι πειθαρχικές ποινές της προσωρινής παύσης και του υποβιβασμού, ζητώντας τεκμηριωμένα, με βάση συγκεκριμένα στοιχεία του πειθαρχικού φακέλου, την επιβολή της πειθαρχικής ποινής της οριστικής παύσης (άρθρο 142 παρ. 3 Υ.Κ.), ενώ καταργείται, κατά τα λοιπά, η προβλεπόμενη με το άρθρο 3 παρ. 5 του ν. 3613/2007 δυνατότητα άσκησης προσφυγής από αυτόν κατά όλων των τελεσίδικων πειθαρχικών αποφάσεων σε βάρος μονίμων υπαλλήλων (ΣτΕ 2007/2018).
6. Επειδή, εξάλλου, με το άρθρο 106 του Υ.Κ., όπως ισχύει μετά την αντικατάσταση του Μέρους Ε΄ αυτού με τίτλο “Πειθαρχικό Δίκαιο” με το άρθρο δεύτερο του ν. 4057/2012 ορίζεται ότι: “Το πειθαρχικό παράπτωμα συντελείται με υπαίτια πράξη ή παράλειψη του υπαλλήλου που μπορεί να του καταλογισθεί.”. Στην απαρίθμηση των πειθαρχικών παραπτωμάτων που γίνεται στην παρ. 1 του άρθρου 107 του ίδιου κώδικα ορίζονται μεταξύ άλλων τα εξής: “1. Πειθαρχικά παραπτώματα είναι: α) …, β) …, γ) η παράβαση καθήκοντος κατά τον Ποινικό Κώδικα ή άλλους ειδικούς ποινικούς νόμους …”, ενώ, κατά το άρθρο 109 παρ. 1 αυτού, η πειθαρχική ποινή της οριστικής παύσης μπορεί να επιβληθεί, μεταξύ άλλων, για το ανωτέρω πειθαρχικό παράπτωμα. Τέλος, με το άρθρο 114 του Υ.Κ. προβλέπεται ότι: “1. Η πειθαρχική διαδικασία είναι αυτοτελής και ανεξάρτητη από την ποινική ή άλλη δίκη. 2. … 3. Το πειθαρχικό όργανο δεσμεύεται από την κρίση που περιέχεται σε αμετάκλητη απόφαση ποινικού δικαστηρίου ή σε αμετάκλητο απαλλακτικό βούλευμα, μόνο ως προς την ύπαρξη ή την ανυπαρξία πραγματικών περιστατικών που στοιχειοθετούν την αντικειμενική υπόσταση πειθαρχικού παραπτώματος”. Κατά την έννοια της τελευταίας αυτής διατάξεως, όταν σε αμετάκλητη απόφαση ποινικού δικαστηρίου ή σε αμετάκλητο απαλλακτικό βούλευμα διαπιστώνεται ρητώς η ύπαρξη ή ανυπαρξία πραγματικών περιστατικών, αυτά γίνονται δεκτά στην πειθαρχική δίκη όπως στην ποινική απόφαση ή στο αμετάκλητο βούλευμα. Περαιτέρω, η αυτή δέσμευση γεννάται από αμετάκλητη ποινική απόφαση ή αμετάκλητο απαλλακτικό βούλευμα και για το Συμβούλιο της Επικρατείας, όταν δικάζει επί προσφυγής, κατά τη διαπίστωση των πραγματικών περιστατικών, εφόσον η ύπαρξη ή η ανυπαρξία τους έχει διαπιστωθεί αμετακλήτως από την ποινική απόφαση ή το βούλευμα (ΣτΕ 1930, 640, 472/2018, 1848/2017, 1361, 648/2016 κ.ά.).
7. Επειδή, όπως έχει κριθεί (ΣτΕ 329/2012 επτ., 2007/2018), οι ιατροί του Ε.Σ.Υ. είναι πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης, αποτελούν δε μόνιμους δημόσιους λειτουργούς που απολαύουν της κατά το άρθρο 103 παρ. 4 του Συντάγματος προστασίας, ενώ, εξάλλου, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 77 παρ. 10 του ν. 2071/1992 “Εκσυγχρονισμός και Οργάνωση του Συστήματος Υγείας” (Α΄ 123), στις πειθαρχικές υποθέσεις των ιατρών του Ε.Σ.Υ. εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις του πειθαρχικού δικαίου του Υπαλληλικού Κώδικα.
8. Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση, από τα στοιχεία του φακέλου προκύπτουν τα εξής: Σύμφωνα με το ……./13.6.2013 έγγραφο της Διεύθυνσης Εσωτερικών Υποθέσεων του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας προς το Υπουργείο Υγείας, το οποίο κοινοποιήθηκε και στο Γενικό Νοσοκομείο Αττικής “…………”, ο καθ` ου η προσφυγή ιατρός συνελήφθη στις 12.6.2013 από αστυνομικούς της ανωτέρω υπηρεσίας για παράβαση του άρθρου 235 Π.Κ. περί παθητικής δωροδοκίας. Τούτο δε, διότι απαίτησε από τον καταγγέλοντα, ………, ως αμοιβή για την εγχείριση της μητέρας του, το ποσό των πεντακοσίων (500) ευρώ. Η ίδια απαίτηση είχε προβληθεί από τον καθ` ου η προσφυγή τόσο κατά το χρονικό διάστημα που η μητέρα του καταγγέλλοντος υποβαλλόταν σε διάφορες ιατρικές εξετάσεις (από 27.5.2013 έως 5.6.2013), όσο και μετά το πέρας της εγχειρίσεως. Ο καταγγέλλων, όταν μετέβη στο νοσοκομείο για προκαθορισμένη μετεγχειρητική εξέταση της μητέρας του, παρέδωσε στον καθ` ου η προσφυγή ιατρό το ποσό των πεντακοσίων ευρώ, αφού τα σχετικά χαρτονομίσματα είχαν προσημειωθεί προηγουμένως. Αμέσως, επενέβησαν τα αρμόδια αστυνομικά όργανα, τα οποία συνέλαβαν τον καθ` ου η προσφυγή και κατά τη διενέργεια σωματικής έρευνας βρήκαν στην κατοχή του τα χαρτονομίσματα που είχαν προσημειωθεί. Στη συνέχεια, σχηματίστηκε δικογραφία και ο συλληφθείς ιατρός οδηγήθηκε στον Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Αθηνών, ο οποίος τον παρέπεμψε στο Γ΄ Αυτόφωρο Πλημμελειοδικείο Αθηνών. Κατόπιν αυτών, το Διοικητικό Συμβούλιο του Γενικού Νοσοκομείου Αττικής “………….” αποφάσισε να παραπέμψει τον ελεγχόμενο ιατρό ενώπιον του Πρωτοβαθμίου Πειθαρχικού Συμβουλίου Ιατρών του Ε.Σ.Υ. της 1ης Υγειονομικής Περιφέρειας (Υ.ΠΕ.), το εν λόγω δε πειθαρχικό συμβούλιο στην …/2.10.2013 συνεδρίασή του αποφάσισε να κληθεί ο ελεγχόμενος ιατρός σε έγγραφη απολογία (σχετ. το ……/3.12.2013 έγγραφο) για τα πειθαρχικά αδικήματα της παράβασης καθήκοντος κατά τον Ποινικό Κώδικα, σύμφωνα με την περ. γ΄ της παρ. 1 του άρθρου 107 του ν. 3528/2007 και της δωροληψίας, κατ` εφαρμογή της περ. β΄ της παρ. 1 του άρθρου 77 του ν. 2071/1992. Ο καθ` ου η προσφυγή στην από 11.12.2013 έγγραφη απολογία του υποστήριξε, ότι δεν έγινε συζήτηση περί χρημάτων με τον καταγγέλλοντα, παραδέχθηκε, όμως, ότι στις 11.6.2013 το απόγευμα μετά το πέρας της εργασίας του και ενόσω κοιμόταν στην οικία του δέχθηκε τηλεφώνημα από τον καταγγέλλοντα, ο οποίος τον ρώτησε για την ώρα που έπρεπε να μεταφέρει τη μητέρα του στο νοσοκομείο την επόμενη ημέρα για εξέταση. Ύστερα από σχετική συνεννόηση, ανέφερε ότι ο καταγγέλλων με δική του πρωτοβουλία προσφέρθηκε να του δώσει μέχρι πεντακόσια ευρώ. Περαιτέρω, παραδέχθηκε ότι ουσιαστικά κοιμώμενος, απάντησε στον καταγγέλλοντα, ότι τον ευχαριστεί πολύ και ότι είναι αξιοπρεπής, η δε συνομιλία τους κατόπιν αυτού διακόπηκε, καθώς αυτό που τον ενδιέφερε ήταν να συνεχίσει τον ύπνο του. Ακολούθως, ανέφερε ότι την επόμενη ημέρα ο καταγγέλλων μετά την εξέταση της μητέρας του, τον αναζήτησε οργισμένος και σχεδόν σπρώχνοντάς τον έβαλε στη δεξιά τσέπη του παντελονιού του ένα φάκελο, ενώ στη βιασύνη του να τοποθετήσει τα χρήματα, ώστε να τον ενοχοποιήσει, τοποθέτησε στην τσέπη του και ό,τι άλλο περιείχε η δική του τσέπη, δηλαδή ένα πακετάκι χαρτί για στριφτό τσιγάρο και ένα κουτάκι διαφημιστικά σπίρτα. Επίσης, ο καθ` ου η προσφυγή στην έγγραφη απολογία του ανέφερε ότι ουδέποτε αξίωσε χρήματα για τη φροντίδα της μητέρας του καταγγέλλοντος, ενώ, αν επιθυμούσε να αποκομίσει ανταλλάγματα, θα τα ζητούσε πριν από την επέμβαση και όχι εκ των υστέρων, διότι, στην περίπτωση αυτή, ο καταγγέλλων μπορούσε εύκολα να τον αποφύγει, απέδωσε δε το περιστατικό σε μεθοδευμένη προσπάθεια εξόντωσής του, την οποία όμως δεν γνωρίζει ποιος ενορχήστρωσε. Τέλος, δικαιολόγησε το γεγονός, ότι δεν αρνήθηκε την προσφορά του καταγγέλλοντος μέσα στον ύπνο του, με το σκεπτικό ότι ακόμα και ο ποινικός νομοθέτης έχει αποποινικοποιήσει την απλή υλική παροχή σε ένδειξη ευγνωμοσύνης. Επακολούθησε η κλήση του καθ` ου η προσφυγή για να παρασταθεί ενώπιον του Πρωτοβαθμίου Πειθαρχικού Συμβουλίου Ιατρών της 1ης Υ.ΠΕ. (σχετ. το ……./17.2.2014 έγγραφο), το οποίο στην …./20.6.2014 συνεδρίασή του αποφάσισε να παραπεμφθεί η υπόθεση στο Κεντρικό Πειθαρχικό Συμβούλιο Ιατρών του Ε.Σ.Υ., διότι τα πειθαρχικά αδικήματα, για τα οποία κατηγορείτο ο καθ` ου η προσφυγή, επισύρουν πειθαρχικές ποινές ανώτερες της αρμοδιότητάς του. Ακολούθως, με το Κ.Π.Σ. ……/29.9.2015 έγγραφο του Κεντρικού Πειθαρχικού Συμβουλίου Ιατρών του Ε.Σ.Υ. ενημερώθηκε ο καθ` ου η προσφυγή, ότι ορίσθηκε η 7.10.2015 ως ημερομηνία συζητήσεως της πειθαρχικής του υποθέσεως. Με την προσβαλλόμενη απόφαση ο καθ` ου η προσφυγή κρίθηκε ένοχος του πειθαρχικού αδικήματος της παράβασης καθήκοντος κατά τον Ποινικό Κώδικα και επιβλήθηκε σε αυτόν η πειθαρχική ποινή της προσωρινής παύσης ενός έτους. Το πειθαρχικό συμβούλιο, μεταξύ άλλων, έλαβε υπόψη του και την 7186/2014 απόφαση του Εφετείου Αθηνών, με την οποία ο καθ` ου η προσφυγή κρίθηκε ένοχος για το αδίκημα της παθητικής δωροδοκίας και του επιβλήθηκε ποινή φυλάκισης οκτώ μηνών με τριετή αναστολή. Ειδικότερα, με την ανωτέρω απόφαση του ποινικού δικαστηρίου κρίθηκε ότι ο καθ` ου η προσφυγή “όντας υπάλληλος, κατά παράβαση των καθηκόντων του, ζήτησε και έλαβε άμεσα για τον εαυτό του, ωφελήματα οποιασδήποτε φύσεως και δέχθηκε υπόσχεση τούτων, για ενέργειά του μελλοντική και ήδη τελειωμένη, που ανάγεται στα καθήκοντά του. Συγκεκριμένα με την ιδιότητά του ιατρού – διευθυντή – χειρουργού ορθοπεδικού του Νοσοκομείου “…………” εκμεταλλευόμενος την ιδιότητά του αυτή, στις 31-5-2013, 5-6-2013, 6- 6-2013, 8-6-2013 και 11-6-2013 ζήτησε επανειλημμένα και στις 12-6-2013 έλαβε από τον εγκαλούντα ως αμοιβή του για τη διενέργεια χειρουργικής επέμβασης προς αποκατάσταση προβλήματος στο δεξί γόνατο της μητέρας του εγκαλούντος, το χρηματικό ποσό των [500,00] ευρώ, παρότι η μητέρα του τυγχάνει ασφαλισμένη και καλύπτονται τα έξοδα της επέμβασης, απευθύνοντας προς αυτόν φράσεις ‘Και για μένα αν θέλεις δίνεις κάτι, μην ξεχνάς τον γιατρούλη σου, προ κρίσης έπαιρνα (1.500) ευρώ για τη συγκεκριμένη επέμβαση’, ενεργώντας κατά παράβαση των καθηκόντων του”. Κατά της ανωτέρω αποφάσεως του Εφετείου Αθηνών ο καθ` ου η προσφυγή ιατρός άσκησε αίτηση αναιρέσεως ενώπιον του Αρείου Πάγου, η οποία απορρίφθηκε με την 381/2017 απόφασή του με περαιτέρω συνέπεια η ποινική καταδίκη του για το αδίκημα της παθητικής δωροδοκίας να καταστεί αμετάκλητη. Εξάλλου, κατά της από 7.10.2015 (θέμα 2ο) αποφάσεως του Κεντρικού Πειθαρχικού Συμβουλίου Ιατρών του Ε.Σ.Υ. τόσο ο Γενικός Επιθεωρητής Δημόσιας Διοίκησης όσο και ο ………… άσκησαν προσφυγές, με τις οποίες ο μεν πρώτος ζήτησε να επιβληθεί στον καθ` ου η προσφυγή η πειθαρχική ποινή της οριστικής παύσης, ο δε δεύτερος ζήτησε την απαλλαγή του. Από την τελευταία αυτή προσφυγή ο ………. δήλωσε κατά τη συζήτηση της υπόθεσης στο ακροατήριο του Δικαστηρίου (1.11.2018) ότι υποβάλλει παραίτηση.
9. Επειδή, το Συμβούλιο της Επικρατείας, όταν επιλαμβάνεται της προσφυγής του Γενικού Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης, μπορεί να επιβάλει, το πρώτον αυτό, την ποινή της οριστικής παύσης ή του υποβιβασμού, αφού εκτιμήσει εξ υπαρχής τα στοιχεία του πειθαρχικού φακέλου, τους ισχυρισμούς του Γενικού Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης και τις απόψεις του διωκομένου υπαλλήλου (ΣτΕ 2192/2018, 606/2017, 725, 465/2016, 1925/2013, 2693/2012 κ.ά.).
10. Επειδή, με τα εκτιθέμενα ανωτέρω νομικά και πραγματικά δεδομένα, το Δικαστήριο, αφού έλαβε υπόψη του όλα τα στοιχεία του φακέλου της υποθέσεως, μεταξύ των οποίων ιδιαιτέρως την 7186/2014 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Πλημμελημάτων Αθηνών, η οποία κατέστη αμετάκλητη με την 381/2017 απόφαση του Αρείου Πάγου, η οποία είναι δεσμευτική γι` αυτό, αφού στηρίζεται στα ίδια πραγματικά περιστατικά, στα οποία στηρίχθηκε και η πειθαρχική τιμωρία του καθ` ου η προσφυγή, κρίνει ότι η πράξη της παθητικής δωροδοκίας, την οποία τέλεσε ο καθ` ου η προσφυγή, στοιχειοθετεί το πειθαρχικό παράπτωμα της παράβασης καθήκοντος κατά τον Ποινικό Κώδικα ή άλλους ειδικούς ποινικούς νόμους, στο οποίο αυτός υπέπεσε. Για το πειθαρχικό αυτό παράπτωμα, ενόψει της ιδιαίτερης βαρύτητας, των συνθηκών τέλεσής του και του βαθμού υπαιτιότητας του καθ` ου η προσφυγή, προσήκουσα είναι η επιβολή σε βάρος του της πειθαρχικής ποινής της οριστικής παύσης. Σε περίπτωση, όμως, κατά την οποία ο υπάλληλος έχει απολέσει την υπαλληλική ιδιότητα με οποιονδήποτε τρόπο, όπως, εν προκειμένω, λόγω συμπληρώσεως του ορίου ηλικίας, είναι εφαρμοστέα η διάταξη της παρ. 2 του άρθρου 113 Υ.Κ. (ν. 3528/2007), όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο δεύτερο του ν. 4057/2012, σύμφωνα με την οποία “… το πειθαρχικό συμβούλιο μπορεί να επιβάλει οποιαδήποτε από τις προβλεπόμενες πειθαρχικές ποινές. Σε περίπτωση που η επιβλητέα πειθαρχική ποινή είναι ανώτερη του προστίμου, το πειθαρχικό συμβούλιο την μετατρέπει ανάλογα με τη βαρύτητα του παραπτώματος σε ποινή προστίμου αποδοχών έως δώδεκα (12) μηνών, με δυνατότητα επιβολής και διοικητικής κύρωσης σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στην παράγραφο 3 του άρθρου 109”. Κατόπιν αυτού, το Δικαστήριο κρίνει ότι η επιβληθείσα σε βάρος του καθ` ου η προσφυγή πειθαρχική ποινή της οριστικής παύσης πρέπει να μετατραπεί, λαμβάνοντας υπόψη και τη βαρύτητα του παραπτώματος, σε ποινή προστίμου αποδοχών δώδεκα (12) μηνών.
11. Επειδή, κατ` ακολουθία των ανωτέρω, πρέπει να εξαφανισθεί η προσβαλλόμενη από 7.10.2015 (θέμα 2ο) απόφαση του Κεντρικού Πειθαρχικού Συμβουλίου Ιατρών του Ε.Σ.Υ., κατά το μέρος που με την απόφαση αυτή επιβλήθηκε στον ………, η πειθαρχική ποινή της προσωρινής παύσης ενός έτους και να επιβληθεί σε βάρος του η πειθαρχική ποινή της οριστικής παύσης, την οποία, κατ` εφαρμογή της παρ. 2 του άρθρου 113 Υ.Κ., το Δικαστήριο κρίνει ότι πρέπει να μετατρέψει σε ποινή προστίμου αποδοχών δώδεκα (12) μηνών.
Δ ι ά τ α ύ τ α
Δέχεται την προσφυγή του Γενικού Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης.
Εξαφανίζει την από 7.10.2015 (θέμα 2ο) απόφαση του Κεντρικού Πειθαρχικού Συμβουλίου Ιατρών του Ε.Σ.Υ., κατά το μέρος που με την απόφαση αυτή επιβλήθηκε στον …………, η πειθαρχική ποινή της προσωρινής παύσης ενός έτους.
Επιβάλλει σε αυτόν την πειθαρχική ποινή της οριστικής παύσης, την οποία μετατρέπει σε ποινή προστίμου δώδεκα (12) μηνών, κατά τα οριζόμενα στο αιτιολογικό.
Η διάσκεψη έγινε στην Αθήνα στις 6 Νοεμβρίου 2018
Ο Προεδρεύων Σύμβουλος Ο Γραμματέας
Γ. Ποταμιάς Α. Γεωργακόπουλος
και η απόφαση δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση της 28ης Φεβρουαρίου 2019.
Ο Προεδρεύων Σύμβουλος Ο Γραμματέας
Γ. Τσιμέκας Ν. Βασιλόπουλος