ΔΕΑ 1390-2022 αποζημίωση εμβολιασμός ανηλίκου

ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΟΣ ΕΜΒΟΛΙΑΣΜΟΣ ΑΝΗΛΙΚΟΥ ΜΕ ΤΟ ΤΡΙΠΛΟ ΕΜΒΟΛΙΟ ΙΛΑΡΑΣ – ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΓΕΙΑΣ – ΘΑΝΑΤΟΣ ΑΝΗΛΙΚΟΥ ΛΟΓΩ ΑΠΟΤΥΧΙΑΣ ΠΛΗΡΟΥΣ ΑΝΟΣΟΠΟΙΗΣΗΣ ΤΗΣ ΔΕΥΤΕΡΗΣ ΔΟΣΗΣ – ΑΣΤΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΤΟΥ ΔΗΜΟΣΙΟΥ – ΠΡΟΥΠΟΘΕΣΕΙΣ – ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ ΔΙΑΤΑΞΗΣ ΠΕΡΙ ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΟΤΗΤΑΣ

Ο εμβολιασμός ανήλικης με τη δεύτερη δόση του εμβολίου, τελούσε σε αιτιώδη συνάφεια με την επελθούσα βλάβη στην υγεία της, εφόσον η αποτυχία του εμβολίου να επιφέρει την πλήρη ανοσοποίηση αυτής έναντι του ιού της ιλαράς, όπως προβλέπεται από το επίσημο φύλλο οδηγιών, επέτρεψε στον ιό να την προσβάλει και να εκδηλώσει τις ζημιογόνες παρενέργειες στο κεντρικό νευρικό της σύστημα, η δε βλάβη που επήλθε στην υγεία της θυγατέρας της εκκαλούσας-εφεσίβλητης είναι υπέρμετρη, αφού προβλέπεται σε ποσοστό μίας περίπτωσης ανά 1.000.000 χορηγηθεισών δόσεων εμβολίων, ο μη αναστρέψιμος δε χαρακτήρας της υπερβαίνει τα όρια της θυσίας, στην οποία είναι ανεκτό, από την έννομη τάξη, να υποβάλλονται οι πολίτες χάριν του δημοσίου συμφέροντος-  Επομένως, το εφεσίβλητο-εκκαλούν Ελληνικό Δημόσιο ενέχεται σε αποζημίωση, κατ’ άρθρο 4 παρ. 5 του Σ., ως χρηματική ικανοποίηση για την αποκατάσταση της ισότητας στα δημόσια βάρη, η οποία διαταράχθηκε με την ως άνω υπέρμετρη βλάβη που υπέστη η υγεία της θυγατέρας της εκκαλούσας-εφεσίβλητης από την αποτυχία, για πλήρη ανοσοποίηση, της δεύτερης δόσης του επίμαχου εμβολίου, η διενέργεια του οποίου προβλέπεται ως υποχρεωτική προς όφελος του δημοσίου συμφέροντος – Ορθώς οφείλεται αποζημίωση (4, 5, Συντ, 105, 106 ΕιΝΑΚ, 932 ΑΚ).

(από την ιστοσελίδα της ΤΕΤΡΑΒΙΒΛΟΣ)

 

Αριθμός απόφασης: 1390/2022

ΤΟ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΕΦΕΤΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

Τμήμα 15ο Τριμελές

Α π ο τ ε λ ο ύ μ ε ν ο από τις: Ανδριανή Πασσά, Πρόεδρο Εφετών Διοικητικών Δικαστηρίων, Αικατερίνη Κεφαλάκη – Εισηγήτρια και Ειρήνη Γαρδικιώτη, Εφέτες Διοικητικών Δικαστηρίων και γραμματέα την Καλλιόπη Κοκκίνη, δικαστική υπάλληλο,

σ υ ν ε δ ρ ί α σ ε δημόσια στο ακροατήριό του στις 14 Δεκεμβρίου 2021,

για να δικάσει τις από 3.2.2013 (αριθ. καταχ. ΕΦ./8.6.2021) και από 21.2.2013 (αρ.καταχ.ΕΦ./10.6.2021) αντίθετες εφέσεις:

τ η ς: ., ως μοναδική κληρονόμος της αποβιώσασας θυγατέρας της …, κατοίκου Χολαργού (οδός …), η οποία παραστάθηκε μαζί με τον πληρεξούσιο δικηγόρο Παναγιώτη Μπιτσαξή και

τ ο υ Ελληνικού Δημοσίου που εκπροσωπείται από τον Υπουργό Οικονομικών και παραστάθηκε με την δικαστική πληρεξούσια του Ν.Σ.Κ. Αλεξάνδρα Λαμπροπούλου με δήλωση στη γραμματεία κατ’ άρθρο 133 παρ.2 Κ.Δ.Δ.

Το Δικαστήριο, μελέτησε τη δικογραφία

σκέφθηκε σύμφωνα με το νόμο.

  1. Επειδή, οι κρινόμενες αντίθετες εφέσεις, που συνεκδικάζονται λόγω συνάφειας κατ’ άρθρο 125 Κ.Δ.Δ., φέρονται νόμιμα για συζήτηση, μετά την 622/2021 απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας, η οποία αναίρεσε την 451/2015 απόφαση του Δικαστηρίου αυτού. Με την απόφαση αυτή του Συμβουλίου της Επικρατείας παραπέμφθηκε η κρινόμενη υπόθεση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου προς νέα κρίση, για το αναιρεθέν ζήτημα της εξέτασης της αγωγής κατά την επικουρική βάση αυτής, ήτοι της ύπαρξης ευθύνης του Ελληνικού Δημοσίου για την αποκατάσταση ηθικής βλάβης προελθούσα από νόμιμη πράξη αυτού.
  2. Επειδή στο άρθρο 105 του ΕισΝΑΚ ορίζεται: «Για παράνομες πράξεις ή παραλείψεις των οργάνων του δημοσίου κατά την άσκηση της δημόσιας εξουσίας που τους έχει ανατεθεί, το δημόσιο ενέχεται σε αποζημίωση, εκτός αν η πράξη ή η παράλειψη έγινε κατά παράβαση διάταξης, που υπάρχει για χάρη του γενικού συμφέροντος. Μαζί με το δημόσιο ευθύνεται εις ολόκληρον και το υπαίτιο πρόσωπο, με την επιφύλαξη των ειδικών διατάξεων για την ευθύνη των υπουργών.», στο δε άρθρο 106 του ΕισΝΑΚ ορίζεται: «Οι διατάξεις των δύο προηγούμενων άρθρων εφαρμόζονται και για την ευθύνη των δήμων, των κοινοτήτων ή των άλλων νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου από πράξεις ή παραλείψεις οργάνων που βρίσκονται στην υπηρεσία τους.». Εξ άλλου, στο άρθρο 932 ΑΚ ορίζεται: «Σε περίπτωση αδικοπραξίας, ανεξάρτητα από την αποζημίωση για την περιουσιακή ζημία, το δικαστήριο μπορεί να επιδικάσει εύλογη κατά την κρίση του χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης. Αυτό ισχύει ιδίως για εκείνον που έπαθε προσβολή της υγείας, της τιμής ή της αγνείας του ή στερήθηκε την ελευθερία του. Σε περίπτωση θανάτωσης προσώπου η χρηματική αυτή ικανοποίηση μπορεί να επιδικασθεί στην οικογένεια του θύματος λόγω ψυχικής οδύνης.».
  3. Επειδή, το άρθρο 4 παρ. 5 του Συντάγματος, με το οποίο ορίζεται ότι: «Οι Έλληνες πολίτες συνεισφέρουν χωρίς διακρίσεις στα δημόσια βάρη, ανάλογα με τις δυνάμεις τους.», έχει αναγάγει σε συνταγματικό κανόνα την ισότητα ενώπιον των δημοσίων βαρών, συνιστά δε, παράλληλα, και διάταξη, στην οποία θεμελιώνεται η αποζημιωτική ευθύνη του Δημοσίου από πράξεις των οργάνων του που προκαλούν ζημία (ΣτΕ 3783/2014). Η διάταξη αυτή επιτάσσει την αποκατάσταση της ζημίας, που υφίσταται κάποιος χάριν του δημοσίου συμφέροντος, όπως αυτό εκάστοτε προσδιορίζεται από τα αρμόδια όργανα της Πολιτείας, εφ’ όσον η ζημία αυτή είναι μη αναμενόμενη, πέραν της συνήθους και υπερβαίνει τα όρια της θυσίας, στην οποία είναι ανεκτό από την έννομη τάξη να υποβάλλονται οι πολίτες χάριν του δημοσίου συμφέροντος. Ειδικότερα, από την ανωτέρω διάταξη συνάγεται ευθέως ότι δύναται να συντρέξει ευθύνη του Δημοσίου προς αποκατάσταση και ζημίας, την οποία υφίσταται κάποιος από νόμιμη, κατ’ αρχήν, ενέργεια των οργάνων του Δημοσίου. Εξ άλλου, με τις ίδιες προϋποθέσεις μπορεί να επιδικασθεί χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης ή ψυχικής οδύνης, κατ’ ανάλογη εφαρμογή του άρθρου 932 ΑΚ (ΣτΕ 622/2021).
  4. Επειδή στο άρθρο 2 παρ. 1 του Συντάγματος ορίζεται: «Ο σεβασμός και η προστασία της αξίας του ανθρώπου αποτελούν την πρωταρχική υποχρέωση της Πολιτείας». Στο άρθρο 5 του Συντάγματος, όπως η παρ. 5 αυτού προστέθηκε με το Ψήφισμα της 6ης Απριλίου 2001 της Ζ’ Αναθεωρητικής Βουλής των Ελλήνων, ορίζεται: «1. Καθένας έχει δικαίωμα να αναπτύσσει ελεύθερα την προσωπικότητά του και να συμμετέχει στην κοινωνική, οικονομική και πολιτική ζωή της Χώρας, εφόσον δεν προσβάλλει τα δικαιώματα των άλλων και δεν παραβιάζει το Σύνταγμα ή τα χρηστά ήθη. 2. Όλοι όσοι βρίσκονται στην Ελληνική Επικράτεια απολαμβάνουν την απόλυτη προστασία της ζωής, της τιμής και της ελευθερίας τους, χωρίς διάκριση εθνικότητας, φυλής, γλώσσας και θρησκευτικών ή πολιτικών πεποιθήσεων. Εξαιρέσεις επιτρέπονται στις περιπτώσεις που προβλέπει το διεθνές δίκαιο. … 3. Η προσωπική ελευθερία είναι απαραβίαστη. … 5. Καθένας έχει δικαίωμα στην προστασία της υγείας και της γενετικής ταυτότητας. Νόμος ορίζει τα σχετικά με την προστασία κάθε προσώπου έναντι των βιοϊατρικών παρεμβάσεων.». Στο άρθρο 21 παρ. 3 του Συντάγματος ορίζεται: «Το Κράτος μεριμνά για την υγεία των πολιτών και παίρνει ειδικά μέτρα για την προστασία της νεότητος, του γήρατος, της αναπηρίας και για την περίθαλψη των απόρων.» και στο άρθρο 25, όπως ισχύει μετά την αναθεώρηση με το Ψήφισμα της 6ης Απριλίου 2001 της Ζ’ Αναθεωρητικής Βουλής των Ελλήνων, ότι: «1. Τα δικαιώματα του ανθρώπου ως ατόμου και ως μέλους του κοινωνικού συνόλου και η αρχή του κοινωνικού κράτους δικαίου τελούν υπό την εγγύηση του Κράτους. Όλα τα κρατικά όργανα υποχρεούνται να διασφαλίζουν την ανεμπόδιστη και αποτελεσματική άσκησή τους. Οι κάθε είδους περιορισμοί που μπορούν κατά το Σύνταγμα να επιβληθούν στα δικαιώματα αυτά πρέπει να προβλέπονται είτε απευθείας από το Σύνταγμα είτε από το νόμο, εφόσον υπάρχει επιφύλαξη υπέρ αυτού και να σέβονται την αρχή της αναλογικότητας. 2. . 4. Το Κράτος δικαιούται να αξιώνει από όλους τους πολίτες την εκπλήρωση του χρέους της κοινωνικής και εθνικής αλληλεγγύης.».
  5. Επειδή με το άρθρο 5 παρ. 5 του Συντάγματος κατοχυρώνεται το δικαίωμα εκάστου στην προστασία της υγείας του. Εξ άλλου, με το άρθρο 21 παρ. 3 του Συντάγματος αναγνωρίζεται ως σκοπός του κράτους η προστασία της υγείας των πολιτών, ως κοινωνικού αγαθού, και θεσπίζεται ευθεία υποχρέωση του κράτους για την λήψη θετικών μέτρων προστασίας της υγείας των πολιτών (ΣτΕ 857/2019, 4171/2012), στους οποίους δίνει δικαίωμα να απαιτήσουν από την Πολιτεία την πραγμάτωση της αντίστοιχης υποχρεώσεώς της (ΣτΕ 400/1986 Ολομ.). Στο πλαίσιο των ως άνω συνταγματικών διατάξεων, αφενός μεν, κατοχυρώνεται υποκειμενικό δικαίωμα προστασίας της υγείας ενός εκάστου, ως στοιχείου της προσωπικότητός του κατ’ εξειδίκευση της αρχής της προστασίας της αξίας του ανθρώπου, αφετέρου δε, ανατίθεται στο κράτος η μέριμνα για την προστασία της υγείας των πολιτών ως συνόλου. Το δικαίωμα στην υγεία έχει αμυντικό χαρακτήρα, ήτοι συνιστά ατομικό δικαίωμα του ενδιαφερομένου πολίτη να αξιώνει την αποχή του κράτους και των δημοσίων οργάνων εν γένει από ενέργειες δυνάμενες να προκαλέσουν βλάβη στην υγεία (άρθρο 5 παρ. 5)· συγχρόνως, όμως, έχει και θετικό περιεχόμενο, συνιστά δηλαδή κοινωνικό δικαίωμα του ενδιαφερομένου να αξιώνει από το κράτος την λήψη μέτρων προς προστασία της υγείας και την διασφάλιση της παροχής υπηρεσιών υγείας του καλυτέρου δυνατού επιπέδου (άρθρο 21 παρ. 3 του Συντάγματος πρβλ. ΣτΕ 1187-8/2009 Ολ., 1847/2016) Στο ως άνω δικαίωμα των πολιτών για προστασία της υγείας τους, υπό το ειδικότερο περιεχόμενο της αξιώσεως προστασίας έναντι βιοϊατρικών επεμβάσεων, μπορούν, κατ’ αρχήν, να επιβληθούν περιορισμοί, τηρουμένης και της αρχής της αναλογικότητος, οσάκις τούτο επιβάλλεται από αποχρώντες λόγους προστασίας της δημόσιας υγείας.

Ειδικότερα, η μέριμνα για την δημόσια υγεία αποτελεί συνταγματική υποχρέωση του Κράτους, στο πλαίσιο της οποίας η Πολιτεία οφείλει, μεταξύ άλλων, να λαμβάνει τα απαραίτητα μέτρα για την πρόληψη της διάδοσης και την καταπολέμηση μεταδοτικών ασθενειών, οι οποίες συνιστούν σοβαρό κίνδυνο για τη δημόσια υγεία. Στα μέτρα αυτά εντάσσεται και ο εμβολιασμός νηπίων και παιδιών, ο οποίος διενεργείται με σκοπό την προστασία της υγείας, συλλογικώς και ατομικώς, από τις ασθένειες καθώς και την βαθμιαία εξάλειψή τους. Το μέτρο του εμβολιασμού, καθ’ εαυτό, συνιστά σοβαρή μεν παρέμβαση στην ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας και στην ιδιωτική ζωή του ατόμου και δη στη σωματική και ψυχική ακεραιότητα αυτού, πλην όμως συνταγματικώς ανεκτή, εφ’ όσον προβλέπεται από ειδική νομοθεσία, υιοθετούσα πλήρως τα έγκυρα και τεκμηριωμένα επιστημονικά, ιατρικά και επιδημιολογικά πορίσματα στον αντίστοιχο τομέα και ότι παρέχεται δυνατότητα εξαίρεσης από τον εμβολιασμό σε ειδικές ατομικές περιπτώσεις, για τις οποίες αυτός αντενδείκνυται (πρβ. ΕΔΔΑ απόφαση της 15.3.2012 Solomakhin κ. Ουκρανίας σκ. 33-39, Conseil Constitutionnel απόφαση 2015-458 QPC της 20.3.2015 σκ. 9-10, Conseil d’ Etat απόφαση Νο 419242 της 6.5.2019 σκ.12).

Η ως άνω δε παρέμβαση, εφ’ όσον κρίνεται, σύμφωνα με τεκμηριωμένα επιστημονικά δεδομένα, αναγκαία και πρόσφορη για την προστασία της υγείας τόσο των ίδιων των εμβολιαζομένων όσο και τρίτων (λ.χ. βρεφών που δεν έχουν ακόμη εμβολιασθεί, ατόμων που δεν επιτρέπεται για ιατρικούς λόγους να εμβολιασθούν) δεν είναι δυσανάλογη για την επίτευξη του προμνημονευθέντος συνταγματικού δημοσίου σκοπού (πρβ. ΣτΕ 857/ 2019 σκ. 16, ΕΔΔΑ Memlica κ. Ελλάδος, απόφαση της 6.10.2015, σκ. 55, Seyit Bayture κ. Τουρκίας απόφαση της 12.3.2013 επί του παραδεκτού). Άλλωστε, η εμφάνιση σε στατιστικώς πολύ μικρό αριθμό περιπτώσεων σοβαρών παρενεργειών ορισμένων εμβολίων δεν καθιστά συνταγματικώς ανεπίτρεπτη τη νομοθετική πρόβλεψη του εμβολιασμού νηπίων και παιδιών και είναι πάντως ανεκτή χάριν του δημοσίου συμφέροντος, υπό την αυτονόητη προϋπόθεση ότι οι σχετικές νομοθετικές ρυθμίσεις ερείδονται επί εγκύρων και τεκμηριωμένων επιστημονικών δεδομένων κατά τα προεκτεθέντα (ΣτΕ 622/2021).

  1. Επειδή, περαιτέρω, σε περίπτωση που, συνεπεία της συνταγματικώς θεμιτής και νομίμου, κατά τα ανωτέρω, πραγματοποιήσεως εμβολιασμού, επέλθει ευθέως βλάβη της υγείας προσώπου, δηλαδή βλάβη μη οφειλόμενη σε παρεμβαλλόμενη παράνομη πράξη ή παράλειψη (όπως πχ χορήγηση ελαττωματικού ή ακατάλληλου σκευάσματος ή πλημμέλειες κατά την διενέργεια του εμβολιασμού), ανακύπτει, κατά τα προεκτεθέντα, ευθέως εκ του άρθρου 4 παρ. 5 σε συνδυασμό και με το άρθρο 25 παρ. 4 του Συντάγματος, με το οποίο καθιερώνεται η αρχή της κοινωνικής αλληλεγγύης των πολιτών, ευθύνη του κράτους προς εύλογη αποκατάσταση της ζημίας του παθόντος υπό την έννοια της αποκαταστάσεως τόσο της τυχόν υλικής όσον και, κατ’ ανάλογη εφαρμογή του άρθρου 932 ΑΚ, της ηθικής βλάβης του. Τούτο, δε διότι, στις περιπτώσεις αυτές, η προκαλούμενη από την πραγματοποίηση του εμβολιασμού βλάβη συνιστά υπέρμετρη θυσία για τον παθόντα (βλάβη υγείας και προσβολή προσωπικότητος), χάριν του συμφέροντος του κοινωνικού συνόλου (πρβλ. Bundesgerichtshof απόφαση της 19.02.1953 III ZR 208/51, Corte costituzionale della Repubblica Italiana αποφάσεις 118 έτους 1996, 27 έτους 1998, 107 έτους 2012 κ.ά.).
  2. Επειδή, σύμφωνα με την παρ. 3β του άρθρου 7 του Π.Δ. 201/1998 «Οργάνωση και λειτουργία Δημοτικών Σχολείων» (ΦΕΚ 161 Α’), για την εγγραφή των μαθητών στο Δημοτικό Σχολείο απαιτείται, εκτός των άλλων, και «επίδειξη του βιβλιαρίου υγείας ή προσκόμιση άλλου στοιχείου, στο οποίο φαίνεται ότι έγιναν τα προβλεπόμενα εμβόλια και η οδοντολογική εξέταση». Εξάλλου, με το Υ1/Γ.Π.161682/22-12-2008 έγγραφο της Διεύθυνσης Δημόσιας Υγιεινής του Υπουργείου Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης η Εθνική Επιτροπή Εμβολιασμών γνωμοδότησε ότι «είναι υποχρεωτικά όλα εκείνα τα εμβόλια που είναι ενταγμένα στο Εθνικό Πρόγραμμα Εμβολιασμών και για αυτό δίνονται δωρεάν στα πλαίσια προστασίας της Δημόσιας Υγείας. Μόνο σε περιπτώσεις ιατρικής αντένδειξης, θα μπορούν οι γονείς να αρνηθούν τον εμβολιασμό των παιδιών τους. Οι γονείς που για οποιουσδήποτε λόγους (προσωπικά δεδομένα και πιθανές παρενέργειες) δεν επιθυμούν τον εμβολιασμό των παιδιών τους, οφείλουν να προσκομίζουν βεβαίωση ιατρικής αντένδειξης από: α) Περιφερειακά Γενικά Νοσοκομεία, ή β) Δ/νσεις Υγιεινής της οικείας Νομαρχίας ή γ) Ιατροκοινωνικά Κέντρα ή δ) Ασφαλιστικούς φορείς, ή ε) ιδιώτες ιατρούς, σύμφωνα με τον Κώδικα Ιατρικής Δεοντολογίας Ν.3418/28-11-2005 (σχετ. το Φ.6/451/115131/Γ1/16-9-2010ΥΠΔΒΜΘ έγγραφο του Ειδικού Γραμματέα του Ενιαίου Διοικητικού Τομέα Α/θμιας και Δ/θμιας Εκπαίδευσης του Υπουργείου Παιδείας).
  3. Επειδή, ο Ν. 3418/2005 «Κώδικας Ιατρικής Δεοντολογίας» ( ΦΕΚ Α’ 287) στο άρθρο 11 παρ. 1 αυτού και υπό τον τίτλο «Υποχρέωση ενημέρωσης» ορίζει ότι: «Ο ιατρός έχει καθήκον αληθείας προς τον ασθενή. Οφείλει να ενημερώνει πλήρως και κατανοητά τον ασθενή για την πραγματική κατάσταση της υγείας του, το περιεχόμενο και τα αποτελέσματα της προτεινόμενης ιατρικής πράξης, τις συνέπειες και τους ενδεχόμενους κινδύνους ή επιπλοκές από την εκτέλεσή της, τις εναλλακτικές προτάσεις, καθώς και για τον πιθανό χρόνο αποκατάστασης, έτσι ώστε ο ασθενής να μπορεί να σχηματίζει πλήρη εικόνα των ιατρικών, κοινωνικών και οικονομικών παραγόντων και συνεπειών της κατάστασής του και να προχωρεί, ανάλογα, στη λήψη αποφάσεων» και στο άρθρο 12 υπό τον τίτλο «Συναίνεση του ενημερωμένου ασθενή» ορίζει ότι «1. Ο ιατρός δεν επιτρέπεται να προβεί στην εκτέλεση οποιασδήποτε ιατρικής πράξης χωρίς την προηγούμενη συναίνεση του ασθενή. 2. Προϋποθέσεις της έγκυρης συναίνεσης του ασθενή είναι οι ακόλουθες: α) Να παρέχεται μετά από πλήρη, σαφή και κατανοητή ενημέρωση, σύμφωνα με το προηγούμενο άρθρο. β) Ο ασθενής να έχει ικανότητα για συναίνεση. αα) Αν ο ασθενής είναι ανήλικος, η συναίνεση δίδεται από αυτούς που ασκούν τη γονική μέριμνα ή έχουν την επιμέλειά του. Λαμβάνεται, όμως, υπόψη και η γνώμη του, εφόσον ο ανήλικος, κατά την κρίση του ιατρού, έχει την ηλικιακή, πνευματική και συναισθηματική ωριμότητα να κατανοήσει την κατάσταση της υγείας του, το περιεχόμενο της ιατρικής πράξης και τις συνέπειες ή τα αποτελέσματα ή τους κινδύνους της πράξης αυτής.. ββ).. Σε κάθε περίπτωση, ο ιατρός πρέπει να προσπαθήσει να εξασφαλίσει την εκούσια συμμετοχή, σύμπραξη και συνεργασία του ασθενή, και ιδίως εκείνου του ασθενή που κατανοεί την κατάσταση της υγείας του, το περιεχόμενο της ιατρικής πράξης, τους κινδύνους, τις συνέπειες και τα αποτελέσματα της πράξης αυτής. γ).. δ) Η συναίνεση να καλύπτει πλήρως την ιατρική πράξη και κατά το συγκεκριμένο περιεχόμενό της και κατά το χρόνο της εκτέλεσής της».
  4. Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση προέκυψαν τα εξής: Η γεννηθείσα στις 25.11.1994 θυγατέρα της εκκαλούσας-εφεσίβλητης, ., στις 4.9.2001 και σε ηλικία 7 ετών, εμβολιάσθηκε με την πρώτη δόση του τριδύναμου εμβολίου ιλαράς, παρωτίτιδας και ερυθράς, με την ονομασία «MMR-II» (measles, mumps & rubella), η δεύτερη δόση του οποίου της χορηγήθηκε στις 30.3.2006 στα Δημοτικά Ιατρεία του Δήμου Χολαργού, ενώ φοιτούσε στην Ε’ τάξη του … Δημοτικού Σχολείου Χολαργού. Κατά τις ημέρες που ακολούθησαν τον εμβολιασμό, η ανήλικη εμφάνισε διαρκώς επιδεινούμενα νευρολογικά συμπτώματα, συνιστάμενα σε αιφνίδιες πτώσεις στο έδαφος, αστάθεια στη βάδιση, κολλώδη ομιλία, σύγχυση, αδυναμία συγκέντρωσης και δυσκολία αντίληψης του περιβάλλοντος. Στις 8.5.2006, υποβλήθηκε σε αξονική τομογραφία εγκεφάλου, όπως προκύπτει από το …/5.8.2011 έγγραφο της Διευθύντριας Διοικητικής Υπηρεσίας του Γενικού Νοσοκομείου Παίδων Αθηνών «Η Αγία Σοφία», και στις 23.5.2006 εισήχθη στο Γενικό Νοσοκομείο Παίδων «Παναγιώτη και Αγλαΐας Κυριακού», όπου νοσηλεύθηκε έως τις 9.6.2006. Κατά την παραμονή της στο Νοσοκομείο υποβλήθηκε σε σωρεία εργαστηριακών και κλινικών εξετάσεων (βιοχημικές εξετάσεις, ηλεκτροεγκεφαλογράφημα, μαγνητική τομογραφία εγκεφάλου κ.λπ.), από τις οποίες διαπιστώθηκε ότι έπασχε από «υποξεία σκληρυντική πανεγκεφαλίτιδα μετά από ιλαρά (van Bogaert)» και στις 25.5.2006 τέθηκε υπό θεραπευτική αγωγή.

Στις 20.6.2006 επανεισήχθη στο Νοσοκομείο, όπου της έγινε τοποθέτηση «reservoir» κοιλιοστομίας, προκειμένου να εγχυθεί η φαρμακευτική ουσία «ιντερφερόνη», δια της ανοίξεως οπής στο κρανίο, κατ’ ευθείαν στο πάσχον όργανο του εγκεφάλου, με σκοπό την επιβράδυνση της πορείας της νόσου, όπως αναφέρεται στο ./11.9.2006 ενημερωτικό σημείωμα της ειδικευόμενης ιατρού της Β’ Πανεπιστημιακής Παιδιατρικής Κλινικής του Γ.Ν. Παίδων «Παναγιώτη και Αγλαΐας Κυριακού», … Ακολούθησαν συνεχείς και επαναλαμβανόμενες εργαστηριακές και αιματολογικές εξετάσεις, με εισαγωγές ανά τακτά χρονικά διαστήματα στο Νοσοκομείο, κατά τα επόμενα τέσσερα (4) έτη περίπου. Όμως, η κατάσταση της υγείας της ανήλικης ήταν μη αναστρέψιμη, όπως δε αναφέρεται στην από 3.10.2007 ιατρική βεβαίωση της Αναπληρώτριας Καθηγήτριας της ίδιας ως άνω Κλινικής.: «… Η νόσος αυτή προκαλεί εκφύλιση της λευκής φαιάς εγκεφαλικής ουσίας, σπασμούς, επιληψία, νοητική καθυστέρηση. Παρά την χορηγηθείσα αντιϊκή θεραπεία, η κατάστασή της είναι προοδευτικά επιδεινούμενη. Δεν δύναται να ορθοστατήσει, ούτε να περπατήσει. Δεν έχει ομιλία, ούτε χρήση χειρός και κάνει συνεχείς επιληπτικές κρίσεις. Ελάχιστη επικοινωνία με το περιβάλλον, μόνον βλεμματική». Τελικώς, η ασθενής απεβίωσε στις 23.9.2010, όπως προκύπτει από το προσκομιζόμενο απόσπασμα ληξιαρχικής πράξης θανάτου, στο οποίο αναγράφεται ως αιτία θανάτου: «Σκληρυντική πανεγκεφαλίτιδα, τετραπληγία, ανακοπή».

Με την από 26.6.2008 αγωγή ενώπιον του Τριμελούς Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών, η εκκαλούσα-εφεσίβλητη, ως ασκούσα αποκλειστικά τη γονική μέριμνα της ανήλικης, ζήτησε να της καταβληθεί από το Ελληνικό Δημόσιο χρηματική ικανοποίηση ποσού 1.000.000 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής έως την εξόφληση, για την αποκατάσταση της ηθικής βλάβης που υπέστη η θυγατέρα της. Με την ως άνω αγωγή πρόβαλε ότι ο υποχρεωτικός εμβολιασμός, στον οποίο υπεβλήθη η κόρη της με το γνωστό εμβόλιο MMR που προστατεύει από τις παιδικές ασθένειες της ιλαράς, παρωτίτιδας και ερυθράς δεν την προστάτευσε, αλλά οδήγησε αρχικά στη νόσησή της από ιλαρά, η οποία ραγδαία και ταχύτατα επεπλάκη με την ανίατη πάθηση της σκληρυντικής πανεγκεφαλίτιδας, η οποία, τελικώς, όπως κατόπιν έγινε γνωστό ενώπιον του πρωτόδικου δικαστηρίου, επέφερε τον θάνατό της, στις 23.9.2010. Ισχυρίσθηκε δε ότι προέβη, υποχρεωτικά -χωρίς να συναινέσει- στον εμβολιασμό της κόρης της διότι της ζητήθηκε από τις αρχές του σχολείου, όπου φοιτούσε η κόρη της, να προσκομίσει το βιβλιάριο υγείας της με βεβαίωση ότι έχει εμβολιασθεί με το παραπάνω εμβόλιο, καθόσον, άλλως, δεν θα της χορηγείτο τίτλος σπουδών αλλά απλή βεβαίωση φοίτησης. Ενόψει τούτου, επισκέφθηκε με την κόρη της τα δημοτικά ιατρεία Χολαργού, όπου εμβολιάσθηκε η ανήλικη από τον ιατρό …, χωρίς καμία, όπως ισχυρίσθηκε, ενημέρωσή της για πιθανούς κινδύνους και επιπλοκές, με αποτέλεσμα αμέσως μετά τον εμβολιασμό η κόρη της να εμφανίσει διαρκώς επιδεινούμενα συμπτώματα, τα οποία, όπως διαπιστώθηκε, οφείλονταν στη νόσησή της από ιλαρά, η οποία της προκάλεσε, ως επιπλοκή, όπως προαναφέρθηκε, υποξεία σκληρυντική πανεγκεφαλίτιδα.

Επίσης, πρόβαλε ότι ο επιβαλλόμενος για τη φοίτηση των μαθητών στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση, υποχρεωτικός εμβολιασμός τους, μεταξύ άλλων, με το επίδικο εμβόλιο, κατά τις διατάξεις των π.δ. 201/1998 και 200/1998, χωρίς τη συναίνεση του φορέα του εννόμου αγαθού της ζωής, της υγείας και της σωματικής ακεραιότητας και, αν ο φορέας είναι ανήλικος, του ασκούντος τη γονική μέριμνα αυτού γονέα ή κηδεμόνα, κατά παρέκκλιση από τα προβλεπόμενα περί συναίνεσης του ενημερωμένου ασθενή στις διατάξεις των άρθρων 11 και 12 του Κώδικα Ιατρικής Δεοντολογίας (ν. 3418/2005), παραβιάζει τις διατάξεις των άρθρων 2 παρ. 1, 5 παρ. 1, 2 και 5 και 25 του Συντάγματος καθώς και τις διατάξεις των άρθρων 2, 3 και 5 παρ. 1 της ΕΣΔΑ, ότι ακόμη και αν δεν θεωρηθούν ως αντισυνταγματικές οι ανωτέρω διατάξεις, στο μέτρο που η ιατρική αυτή πράξη έγινε χωρίς συναίνεση και έχει επιφέρει σωματική βλάβη ή θάνατο, διατηρεί τον άδικο χαρακτήρα της απέναντι στον παθόντα, τις έννομες δε συνέπειες έχει αποδεχθεί στην περίπτωση αυτή η ελληνική πολιτεία, η οποία αποδέχεται και τις συνεπακόλουθες αστικές συνέπειες.

Περαιτέρω, πρόβαλε ότι πολλά σύγχρονα κράτη (όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής και η Γερμανία) έχουν θεσπίσει συστήματα αποζημιώσεως για βλάβη ή θάνατο από εμβόλιο, ιδρύοντας και σχετικούς οργανισμούς, τούτο δε εκπορεύεται εκτός από τις κατά περίπτωση υπερκείμενες συνταγματικές διατάξεις και από Διεθνείς Συμβάσεις, τις οποίες έχει κυρώσει και η Ελλάδα, όπως η σύμβαση για τον Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Χάρτη που παρέχει προστασία στο δικαίωμα υγείας και η Σύμβαση για την Προστασία των Δικαιωμάτων του Παιδιού, κυρωθείσα με τον ν. 2101/1992, και ότι η παράλειψη νομοθετήσεως ενός τέτοιου μέτρου στην ελληνική έννομη τάξη, βρίσκεται σε αντίθεση με τις διατάξεις των άρθρων 2, 5 και 25 του Συντάγματος και με τα άρθρα 19, 23, 24, 26 και 39 της Διεθνούς Συμβάσεως για τα Δικαιώματα του Παιδιού και συνιστά αυτοτελώς, ως παράλειψη, βάση αδικοπρακτικής ευθύνης του Δημοσίου.

Ακόμη εξέθεσε ότι, όπως παραδέχεται η φαρμακευτική εταιρεία που παράγει το επίδικο εμβόλιο, έχει αναφερθεί μία περίπτωση υποξείας σκληρυντικής πανεγκεφαλίτιδας ανά 1.000.000 χορηγηθεισών δόσεων εμβολίου και δεδομένου ότι κάθε παιδί λαμβάνει δύο δόσεις, ένα παιδί ανά 500.000 θα υποστεί την ανωτέρω νόσο και θα πεθάνει από την παρενέργεια του συγκεκριμένου εμβολίου. Πρόβαλε δε, ότι η Ελληνική Πολιτεία, θεσπίζοντας υποχρεωτικούς εμβολιασμούς, ενεργεί αποδεχόμενη το ενδεχόμενο βαριάς σωματικής βλάβης ή θανάτου ενός από τους εμβολιαζόμενους, υπέχοντας σχετική ευθύνη, καθ’ όσον εάν εθεωρείτο ότι το θυσιαζόμενο έννομο αγαθό αποτελεί το απαραίτητο τίμημα για το «γενικό καλό», η σωματική βλάβη που επήλθε στην κόρη της βαρύνει από πλευράς αστικής ευθύνης το Δημόσιο το οποίο με τη θεσμοθέτηση της υποχρεωτικότητας του εμβολιασμού, έγινε εγγυητής κατ’ άρθρο 25 του Συντάγματος των εννόμων αγαθών της ζωής, της υγείας και της σωματικής ακεραιότητας της κόρης της, ως εκ τούτου δε ενέχεται εκ των διατάξεων των άρθρων 2, 5 και 25 του Συντάγματος για την αποκατάσταση της βλάβης αυτής, ανεξαρτήτως υπαιτιότητας οργάνου και ανεξαρτήτως ιδιαίτερης νομικής βάσης για την αστική αυτή ευθύνη.

Τέλος, η ενάγουσα ισχυρίστηκε ότι, ακόμη και εάν ήθελε κριθεί ότι η σωματική βλάβη που επήλθε στην κόρη της δεν ήταν παράνομη λόγω κατάστασης ανάγκης και συγκεκριμένα προστασίας του εννόμου αγαθού της δημόσιας υγείας, της οφείλεται αποζημίωση, κατ’ ανάλογη εφαρμογή των άρθρων 285 και 286 του Α.Κ.

Με την 11397/2012 πρωτόδικη απόφαση η αγωγή έγινε εν μέρει δεκτή κατά το μέρος που στρεφόταν κατά του Ελληνικού Δημοσίου και αναγνωρίσθηκε η υποχρέωσή του να της καταβάλει ποσό 200.000 ευρώ, νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής, ενώ απορρίφθηκε η αγωγή, κατά το μέρος που στρεφόταν κατά του Δήμου Χολαργού. Ειδικότερα, το Διοικητικό Πρωτοδικείο δέχθηκε ότι ο προβλεπόμενος από το Εθνικό Πρόγραμμα Εμβολιασμών υποχρεωτικός εμβολιασμός των ανηλίκων, προκειμένου να φοιτήσουν στα σχολεία της χώρας, αποσκοπεί στην εξυπηρέτηση του δημοσίου συμφέροντος και, ειδικότερα, της προστασίας της δημοσίας υγείας, δεδομένου ότι προστατεύει τον εμβολιασμένο από την ανάπτυξη σοβαρών λοιμωδών νοσημάτων και μειώνει την διασπορά τους στην ευρύτερη κοινότητα με τον μηχανισμό της συλλογικής ανοσίας, και, συνεπώς, σε περίπτωση που προκληθεί μη αναμενόμενη και υπέρμετρη βλάβη σε συγκεκριμένο φυσικό πρόσωπο από παρενέργειες εμβολίου, εφ’ όσον η αποκατάστασή της δεν προβλέπεται από ειδική διάταξη νόμου, δεν πρέπει η προκαλούμενη βλάβη να επιρριφθεί αποκλειστικά στον ζημιωθέντα αλλά στο κοινωνικό σύνολο, στην προστασία του οποίου αποβλέπει η υποχρέωση εμβολιασμών.

Ο ζημιωθείς δε έχει δικαίωμα να ασκήσει αγωγή κατ’ επίκληση του άρθρου 4 παρ. 5 του Συντάγματος ενώπιον του Διοικητικού Πρωτοδικείου, στρεφόμενος κατά του Ελληνικού Δημοσίου με αίτημα την αποκατάσταση της βλάβης που υπέστη από σύννομη ενέργεια χάριν του κοινωνικού συνόλου. Λαμβάνοντας δε υπόψη τις επίσημες πληροφορίες, που παρέχονται από τον Εθνικό Οργανισμό Φαρμάκων (ΕΟΦ) σχετικά με τα χαρακτηριστικά και τις παρενέργειες του ανωτέρω εμβολίου και αφού απέρριψε ως ερειδόμενο επί εσφαλμένης προϋποθέσεως ισχυρισμό του Ελληνικού Δημοσίου, κατά τον οποίο η ασθένεια της κόρης της εκκαλούσας οφείλεται σε νόσηση από ιλαρά κατά την βρεφική της ηλικία, καθώς και τον ισχυρισμό του περί υπάρξεως αντενδείξεως ως προς το χρονικό όριο πραγματοποιήσεως του εμβολιασμού, έκρινε ότι από τον εμβολιασμό της ανωτέρω δεν επήλθε ανοσοποίηση, αλλά αυτή νόσησε από οξεία πανεγκεφαλίτιδα προερχόμενη από ιλαρά, ως παρενέργεια του εμβολιασμού, ο εμβολιασμός αυτός, στο πλαίσιο του υποχρεωτικού, χάριν προστασίας του δημοσίου συμφέροντος, εμβολιασμού τελεί σε αιτιώδη σύνδεσμο με την επελθούσα βλάβη της υγείας της, η οποία υπερβαίνει τα κατά την έννομη τάξη ανεκτά για να τα επωμισθεί μόνη η παθούσα όρια και προεκλήθη από σύννομη διοικητική ενέργεια και ότι, συνεπώς, το Ελληνικό Δημόσιο ενεχόταν σε αποζημίωση κατά το άρθρο 4 παρ. 5 του Συντάγματος, και δη ως χρηματική ικανοποίηση για την αποκατάσταση της ισότητος ενώπιον των δημοσίων βαρών, την οποία προσδιόρισε σε 200.000 ευρώ.

Κατά της απόφασης αυτής ασκήθηκαν οι κρινόμενες αντίθετες εφέσεις επί των οποίων εκδόθηκε η 451/2015 απόφαση του Δικαστηρίου αυτού, με την οποία έγινε δεκτή η έφεση του Ελληνικού Δημοσίου και εξαφανίσθηκε η πρωτόδικη απόφαση, ενώ απορρίφθηκε η έφεση της εκκαλούσας. Ειδικότερα, με την απόφαση αυτή, κρίθηκε ότι η πρωτόδικη απόφαση, κατ’ ανεπίτρεπτη (71 παρ. 1 και 73 ΚΔΔ) μεταβολή της ιστορικής και νομικής βάσεως της αγωγής, δέχθηκε ότι η αποζημιωτική ευθύνη του Δημοσίου εθεμελιούτο στο άρθρο 4 παρ. 5 Συντάγματος, ενώ το αγωγικό αίτημα στηριζόταν στις διατάξεις περί αδικοπραξίας των άρθρων 105, 106 ΕισΝΑΚ και 932 ΑΚ. Για τον λόγο αυτό εξαφάνισε την πρωτόδικη απόφαση και δικάζοντας την αγωγή, έκρινε ότι και ο Δήμος Χολαργού νομιμοποιείτο παθητικώς, εφ’ όσον με την αγωγή αποδίδονταν παράνομες πράξεις και παραλείψεις και σε αυτόν. Περαιτέρω, το δικάσαν δικαστήριο έκρινε ότι, δεν στοιχειοθετείτο ευθύνη του Δήμου λόγω ελλείψεως συναινέσεως της εκκαλούσας για τον εμβολιασμό του παιδιού της, δεδομένου ότι προσήλθε οικειοθελώς με την θυγατέρα της στα Δημοτικά ιατρεία και ζήτησε τον εμβολιασμό, καίτοι ο γονέας δύναται να αρνηθεί τον εμβολιασμό αποδεικνύοντας ιατρική αντένδειξη, δεν προέκυπτε δε ότι αυτή είχε ενημερώσει για προηγούμενη νόσηση του παιδιού. Απέρριψε δε τα περί του αντιθέτου προβαλλόμενα από την εκκαλούσα, ως αβάσιμα, με την αιτιολογία ότι, κατά την κοινή πείρα, ουδείς γονέας εξαναγκάζεται να εμβολιάσει το τέκνο του, όταν δεν επιθυμεί τον εμβολιασμό του για συγκεκριμένους λόγους που αφορούν στην κατάσταση της υγείας αυτού, τους οποίους οφείλει να αποδείξει, καθόσον οι εμβολιασμοί επιβάλλονται για την εξυπηρέτηση σκοπού υπέρτερου δημοσίου συμφέροντος, συνισταμένου στην προστασία της δημόσιας υγείας από την ανεξέλεγκτη εκδήλωση νόσων και των επικίνδυνων για τη ζωή επιπλοκών τους, η οποία μπορεί να αποτραπεί με την πραγματοποίηση της προβλεπόμενης σειράς εμβολίων στους ανηλίκους.

Περαιτέρω, το δικαστήριο, εφαρμόζοντας τα άρθρα 7 παρ. 3β του πδ 201/1998, 11 παρ. 1 και 12 παρ. 1 του ν. 3418/2005, λαμβάνοντας υπόψη την υποχρεωτικότητα των ενταγμένων στο Εθνικό Πρόγραμμα Εμβολιασμών εμβολίων, καθώς και την δυνατότητα (σύμφωνα με το Υ1/ Γ.Π.161682/22.12.2008 έγγραφο της Διευθύνσεως Υγιεινής του Υπουργείου Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης σχετικό με γνωμοδότηση της Επιτροπής Εμβολιασμών) των γονέων να αρνηθούν τον εμβολιασμό των παιδιών τους προσκομίζοντας βεβαίωση ιατρικής αντενδείξεως και συνεκτιμώντας επίσημες πληροφορίες που παρέχονται από τον Εθνικό Οργανισμό Φαρμάκων (ΕΟΦ) σχετικά με τα χαρακτηριστικά και τις κατά την συνημμένη προς την άδεια κυκλοφορίας «Περίληψη των χαρακτηριστικών του προϊόντος» ανεπιθύμητες ενέργειες του επίμαχου εμβολίου, στην οποία αναφέρεται στο κεφάλαιο 4.7 και υπό τον τίτλο «Ανεπιθύμητες ενέργειες», μεταξύ άλλων, ότι: «Έχουν αναφερθεί περιπτώσεις υποξείας σκληρυντικής πανεγκεφαλίτιδας (SSPE) σε παιδιά που δεν είχαν ιστορικό φυσικής νόσησης από ιλαρά, αλλά είχαν εμβολιαστεί κατά της ιλαράς. Μερικές από τις περιπτώσεις αυτές μπορεί να προήλθαν από αδιάγνωστη ιλαρά κατά το πρώτο έτος της ζωής ή πιθανόν από τον εμβολιασμό κατά της ιλαράς.

Περαιτέρω, με βάση τις εκτιμήσεις από τη διανομή των εμβολίων ιλαράς σε όλη τη χώρα (ΗΠΑ) η συσχέτιση των περιπτώσεων SSPE με τον εμβολιασμό κατά της ιλαράς είναι περίπου μία περίπτωση ανά ένα εκατομμύριο χορηγηθεισών δόσεων εμβολίου. Η αναλογία αυτή είναι πολύ μικρότερη από την αντίστοιχη με φυσική νόσηση από ιλαρά, δηλαδή 6-22 περιπτώσεις SSPE ανά ένα εκατομμύριο περιπτώσεων ιλαράς… » έκρινε ότι δεν στοιχειοθετείται παράνομη συμπεριφορά των οργάνων των Ελληνικού Δημοσίου και του Δήμου Χολαργού. Περαιτέρω, η μη αναφορά στην εκκαλούσα του εξαιρετικά σπάνιου πιθανού κινδύνου (1:1.000.000) να προσβληθεί η θυγατέρα της από την ως άνω νόσο (υποξεία σκληρυντική πανεγκεφαλίτιδα) ως παρενέργεια του εμβολιασμού, σε κάθε περίπτωση δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι παραβιάζει την υποχρέωση αναλυτικής ενημέρωσής της από τον προαναφερόμενο ιατρό, ως προς την ύπαρξη ενός τέτοιου σπανιότατου ενδεχομένου, ούτε η ίδια πρόβαλε ότι είχε ενημερώσει τον Διευθυντή του σχολείου και τον ιατρό για το προαναφερόμενο ιστορικό της θυγατέρας της, ώστε, ενδεχομένως, να τύχει ανάλογης εκτιμήσεως από τον ιατρό ούτε ότι εξέφρασε επιφυλάξεις ή αμφιβολίες για την ορθότητα του εμβολιασμού, αλλά, αντιθέτως συναίνεσε σε αυτόν, κατά απερίφραστο τρόπο. Κατόπιν τούτων, κρίθηκε ότι δεν στοιχειοθετείται παράνομη συμπεριφορά των οργάνων του Δημοσίου και του Δήμου και απορρίφθηκαν τα περί του αντιθέτου προβαλλόμενα από την εκκαλούσα.

Τέλος κρίθηκε, ότι δεν στοιχειοθετείται παράλειψη νομοθετήσεως από την μη ίδρυση στην Ελλάδα ειδικού οργανισμού για την χορήγηση αποζημιώσεως για σωματικές βλάβες από εμβολιασμούς, με την αιτιολογία ότι το Σύνταγμα περιέχει προγραμματικές ή κατευθυντήριες αρχές, απευθυνόμενες στον κοινό νομοθέτη, για τη λήψη, μεταξύ άλλων, μέτρων κοινωνικής πολιτικής, όπως στον τομέα της υγείας των πολιτών, από τις αρχές δε αυτές δεν απορρέει υποχρέωση προς παροχή προστασίας και στις σπάνιες και εξαιρετικές περιπτώσεις πρόκλησης σωματικών βλαβών από εμβολιασμούς, ώστε η μη θεσμοθέτησή της να θεωρηθεί αντισυνταγματική. Κατά της ανωτέρω απόφασης η εκκαλούσα-εφεσίβλητη άσκησε την από 26.10.2015 αίτηση αναίρεσης ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας, επί της οποίας εκδόθηκε η 622/2012 αναιρετική απόφαση.

  1. Επειδή, με την ως άνω απόφαση του Συμβουλίου κρίθηκαν τα εξής: α) ο υποχρεωτικός εμβολιασμός των μαθητών με το επίμαχο εμβόλιο, υπό το φως του άρθρου 21 παρ.3 του Συντάγματος, από το οποίο γεννάται ευθεία υποχρέωση του Κράτους για τη λήψη θετικών μέτρων προστασίας της υγείας των πολιτών, ως θεμιτός περιορισμός του ατομικού δικαιώματος στην υγεία χάριν προστασίας της δημόσιας υγείας, σύμφωνα προς τα οικεία επιστημονικά δεδομένα, δεν αντίκειται στη διάταξη της παρ.5 του άρθρου 5 του Συντάγματος, β) η μη πρόβλεψη ειδικού αποζημιωτικού καθεστώτος για περιπτώσεις βλάβης συνεπεία εμβολιασμού δεν συνιστά παράλειψη νομοθετήσεως δυνάμενη να στοιχειοθετήσει αξίωση αποζημίωσης κατ’ άρθρο 105 ΕισΝΑΚ και γ) κατά την έννοια των διατάξεων του άρθρου 73 ΚΔΔ δεν απαιτείται η αγωγή να περιέχει νομική βάση, τυχόν δε μνεία περί υπαγωγής των πραγματικών περιστατικών, των οποίων γίνεται επίκληση, σε νομική διάταξη δεν δεσμεύει το δικαστήριο, το οποίο οφείλει να προβεί αυτεπαγγέλτως σε ορθή νομική υπαγωγή, χωρίς αυτό να συνιστά ανεπίτρεπτη μεταβολή της βάσης της αγωγής, αφού αυτή συγκροτείται από τα θεμελιούντα το αίτημα πραγματικά περιστατικά και όχι από τον νομικό χαρακτηρισμό τους. Ενόψει των ανωτέρω, η υπόθεση παραπέμφθηκε στο παρόν Δικαστήριο για νέα κρίση, εφόσον το δευτεροβάθμιο δικαστήριο μη νομίμως έκρινε αφενός ότι η αγωγή δεν στηριζόταν στην επικουρική βάση της θεμελίωσης ευθύνης του Δημοσίου για αποκατάσταση ηθικής βλάβης από νόμιμη πράξη κατ’ άρθρο 4 παρ.5 του Συντάγματος και αφετέρου ότι το πρωτοβάθμιο δικαστήριο μετέβαλε ανεπίτρεπτα τη βάση της αγωγής.
  2. Επειδή, με την πρώτη κρινόμενη έφεση, η εκκαλούσα προβάλλει ότι εσφαλμένα η εκκαλούμενη απόφαση απέρριψε την αγωγή της ως προς τον Δήμο Χολαργού, δεδομένου ότι και αυτός ευθύνεται αλληλεγγύως και εις ολόκληρον, ως προστηθείς του Ελληνικού Δημοσίου κατά τον εμβολιασμό της κόρης της. Ο λόγος αυτός πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος, δεδομένου ότι εφόσον η αγωγή στηρίζεται στο άρθρο 4 παρ. 5 του Συντάγματος, το Ελληνικό Δημόσιο νομιμοποιείται παθητικά, ως το μόνο που υποχρεούται να αποκαταστήσει την υπέρμετρη βλάβη, που υποστηρίζει ότι υπέστη η αποβιώσασα κόρη της, και η οποία προκλήθηκε από νόμιμη ενέργεια για την εξυπηρέτηση του δημοσίου συμφέροντος, όπως ορθά έκρινε η εκκαλούμενη. Με την κρινόμενη αντίθετη έφεση του Ελληνικού Δημοσίου, προβάλλεται ότι το πρωτοβάθμιο δικαστήριο εσφαλμένα ερμήνευσε και εφάρμοσε τις διατάξεις των άρθρων 932 και 933 του Α.Κ. Από τον συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 932 και 933 του ΑΚ συνάγεται ότι η αξίωση προσώπου που έχει επιδώσει αγωγή για χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης ή ψυχικής οδύνης μεταβιβάζεται συνεπεία του θανάτου αυτού σε άλλο πρόσωπο λόγω κληρονομίας. Τούτο διότι η αξίωση της χρηματικής ικανοποίησης του θανόντος διαδίκου διατηρεί και μετά το θάνατο την αυτοτέλειά της και η ανοιγείσα ως άνω δίκη συνεχίζεται ενώπιον του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου από το ως άνω πρόσωπο, με την ιδιότητα του κληρονόμου της αξίωσης του θανόντος-ενάγοντος (πρβλ. ΣτΕ 579/2020, ΑΠ 412/2012), απορριπτόμενου ως αβάσιμου του σχετικού λόγου της έφεσης.

Περαιτέρω, το Ελληνικό Δημόσιο υποστηρίζει ότι η ασθένεια που οδήγησε στο θάνατο τη … δεν ήταν παρενέργεια του εμβολίου, αλλά οφείλεται στη νόσησή της από ιλαρά κατά τη βρεφική ηλικία, το δε πρωτοβάθμιο δικαστήριο εσφαλμένα απέρριψε αφενός μεν το αίτημά του για πραγματογνωμοσύνη και αφετέρου δεν διέταξε συμπληρωματικές αποδείξεις αφού διαπίστωσε ότι υπήρξε διάσταση στο κατά πόσον νόσησε κατά τη βρεφική της ηλικία από ιλαρά ή από άλλο λοιμώδες νόσημα (σχ. ΙΑ./3.8.2011 έγγραφο της Β Πανεπιστημιακής Κλινικής του Νοσοκομείου Παίδων Π. & Α. Κυριακού και ./26.3.1996 έγγραφου του Γενικού Νομαρχιακού Νοσοκομείου Βόλου «ΑΧΙΛΛΟΠΟΥΛΕΙΟ» περί της από 23.3.1996 δήλωσης λοιμώδους νοσήματος). Ο λόγος όμως αυτός πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος, δεδομένου ότι η από 23.3.1996 δήλωση λοιμώδους νοσήματος (μηνιγγίτιδα από αιμόφιλο), συντάχθηκε αμέσως μετά τη νοσηλεία της ανήλικης στο «ΑΧΙΛΛΟΠΟΥΛΕΙΟ» Νομ. Νοσοκομείο Βόλου, κατά το χρονικό διάστημα από 22.3.1996 έως 5.4.1996, όπου στο εκδοθέν εξιτήριο ως διάγνωση εξόδου αναφέρεται «Μηνιγγίτιδα από αιμόφιλο» και όχι «ιλαρά», όπως προφανώς εσφαλμένως υπέλαβε το συντεχθέν στις 3.8.2011, ενόψει της συζήτησης της από 26.6.2008 αγωγής, έγγραφο της Β’ Πανεπιστημιακής Κλινικής του Νοσοκομείου Παίδων Π. & Α. Κυριακού κατόπιν του σχετικού από 28.7.2011 ερωτήματος του Υπουργείου Υγείας και Κοιν. Αλληλεγγύης, Γενική Διεύθυνση Δημόσιας Υγείας, Διεύθυνση Δημόσιας Υγιεινής. Εξάλλου, δεν διαπιστώνεται ότι απαιτείται η διεξαγωγή πραγματογνωμοσύνης, αφού τα προσκομισθέντα στοιχεία και ειδικότερα, η έντυπη «Περίληψη των χαρακτηριστικών του προϊόντος» (σκευάσματος εμβολίου) του ΕΟΦ, κρίνονται ως επιστημονικά τεκμηριωμένα και επαρκή για να στηρίξουν την κρίση του Δικαστηρίου, όπως ορθά και αιτιολογημένα έκρινε η εκκαλούμενη (ΣτΕ 3793/2014, 3362/2013, 1243/2010 κ.ά.).

  1. Επειδή, ο υποχρεωτικός εμβολιασμός ανηλίκων με το επίμαχο εμβόλιο, κατά τα οικεία επιστημονικά δεδομένα, αποβλέπει στην προστασία της δημόσιας υγείας, ήτοι στην εξυπηρέτηση σκοπού υπέρτερου δημόσιου συμφέροντος, συνιστάμενου στην προστασία από ανεξέλεγκτη εκδήλωση της νόσου ιλαράς και των επικίνδυνων για τη ζωή επιπλοκών της και παρουσιάζει στατιστικά, εξαιρετικά περιορισμένη πιθανότητα παρενεργειών. Κατά συνέπεια δεν αντίκειται στο άρθρο 5 παρ.5 του Συντάγματος, αφού αποτελεί θεμιτό περιορισμό του ατομικού δικαιώματος στην υγεία, χάριν προστασίας της δημόσιας υγείας, η οποία αποτελεί ευθεία υποχρέωση του Κράτους με τη λήψη θετικών μέτρων για την προστασία της (αρ.21 παρ. 3 Σ.). Επομένως, κατ’ άρθρο 4 παρ.5 του Συντάγματος, στη περίπτωση ζημίας, η οποία προήλθε από νόμιμη πράξη των οργάνων του Δημοσίου, όπως παρενέργειες εμβολιασμού έστω σπάνιες αλλά πιθανές και ενδεχόμενες, η οποία όμως ζημία (ασθένεια, θάνατος) υπερβαίνει τα όρια της θυσίας, στην οποία είναι ανεκτό, από την έννομη τάξη, να υποβάλλονται οι πολίτες χάριν του δημοσίου συμφέροντος, το Δημόσιο ενέχεται σε αποζημίωση, για την αποκατάσταση της ισότητας των πολιτών στα δημόσια βάρη.
  2. Επειδή, στην προκείμενη περίπτωση, εφόσον από κανένα στοιχείο της δικογραφίας δεν προέκυψε ότι η θυγατέρα της εκκαλούσας-εφεσίβλητης είχε νοσήσει κατά φυσικό τρόπο από ιλαρά πριν από την πραγματοποίηση της δεύτερης δόσης του τριδύναμου εμβολίου ιλαράς, παρωτίτιδας και ερυθράς «MMR-II», όταν ο οργανισμός της δεν είχε ανοσοποιηθεί πλήρως αλλά κατά ποσοστό 95% (σύμφωνα με τις σχετικές πληροφορίες του Ε.Ο.Φ., η ανοσοποίηση επιτυγχάνεται κατά ποσοστό 95% με εφάπαξ δόση (κεφάλαιο 5) και για το λόγο αυτό συνιστάται δεύτερη δόση του ίδιου εμβολίου ή μονοδύναμου εμβολίου ιλαράς (κεφάλαιο 4.1.), με συνέπεια όταν ο οργανισμός της εκτέθηκε στον ιό της ιλαράς, νόσησε από υποξεία σκληρυντική πανεγκεφαλίτιδα, ως επιπλοκή του κεντρικού νευρικού συστήματος προερχόμενη από ιλαρά (σχ. από 11.6.2006 ενημερωτικό σημείωμα του Νοσοκομείου Παίδων Π.& Α. Κυριακού). Η εμφάνιση υποξείας σκληρυντικής πανεγκεφαλίτιδας αποτελεί σπάνια αλλά ενδεχόμενη ανεπιθύμητη παρενέργεια του ανωτέρω εμβολίου, η οποία αναφέρεται ως υπαρκτή, σύμφωνα με τις σχετικές οδηγίες του Ε.Ο.Φ.

Ως εκ τούτου, ο εμβολιασμός της ανήλικης με τη δεύτερη δόση του εμβολίου, τελούσε σε αιτιώδη συνάφεια με την επελθούσα βλάβη στην υγεία της, εφόσον η αποτυχία του εμβολίου να επιφέρει την πλήρη ανοσοποίηση αυτής έναντι του ιού της ιλαράς, όπως προβλέπεται από το επίσημο φύλλο οδηγιών, επέτρεψε στον ιό να την προσβάλει και να εκδηλώσει τις ζημιογόνες παρενέργειες στο κεντρικό νευρικό της σύστημα, όπως ορθά έκρινε το πρωτοβάθμιο δικαστήριο. Εξάλλου, η βλάβη που επήλθε στην υγεία της θυγατέρας της εκκαλούσας-εφεσίβλητης είναι υπέρμετρη, αφού προβλέπεται σε ποσοστό μίας περίπτωσης ανά 1.000.000 χορηγηθεισών δόσεων εμβολίων, ο μη αναστρέψιμος δε χαρακτήρας της υπερβαίνει τα όρια της θυσίας, στην οποία είναι ανεκτό, από την έννομη τάξη, να υποβάλλονται οι πολίτες χάριν του δημοσίου συμφέροντος.

Επομένως, το εφεσίβλητο-εκκαλούν Ελληνικό Δημόσιο ενέχεται σε αποζημίωση, κατ’ άρθρο 4 παρ. 5 του Σ., ως χρηματική ικανοποίηση για την αποκατάσταση της ισότητας στα δημόσια βάρη, η οποία διαταράχθηκε με την ως άνω υπέρμετρη βλάβη που υπέστη η υγεία της θυγατέρας της εκκαλούσας-εφεσίβλητης από την αποτυχία, για πλήρη ανοσοποίηση, της δεύτερης δόσης του επίμαχου εμβολίου, η διενέργεια του οποίου προβλέπεται ως υποχρεωτική προς όφελος του δημοσίου συμφέροντος, κατά την ορθή κρίση της εκκαλούμενης απόφασης.

  1. Επειδή, για τον προσδιορισμό του ύψους της χρηματικής ικανοποίησης του θανόντος διαδίκου εφαρμόζονται τα ίδια κριτήρια που λαμβάνονται υπόψη για τον προσδιορισμό του ύψους της αντίστοιχης χρηματικής ικανοποίησης του εν ζωή διαδίκου, χωρίς να αποτελεί παράγοντα μειωτικό του ποσού της χρηματικής ικανοποίησης το όλως συμπτωματικό και άσχετο με τις ιδιαίτερες περιστάσεις κάθε υπόθεσης γεγονός του θανάτου του ενάγοντος πριν από τη συζήτηση της υπόθεσης στον πρώτο βαθμό και της συνεπεία αυτού μεταβίβασης της αξίωσης στον κληρονόμο του (ΣτΕ 579/2020). Το Δικαστήριο, λαμβάνοντας υπόψη: α) την ηλικία της ανήλικης κατά το χρόνο που ασθένησε (11,5 ετών), β) το γεγονός ότι μέχρι τον εμβολιασμό της, στις 30.3.2006, έχαιρε πλήρους υγείας και στη συνέχεια βρέθηκε σε κατάσταση ολικής πνευματικής καθυστέρησης, αδυναμίας επικοινωνίας με το περιβάλλον, ανικανότητα αυτοεξυπηρέτησης, γ) την πλήρη έλλειψη οιασδήποτε μορφής υπαιτιότητας αυτής, δ) τη μη αναστρέψιμη πορεία της εξαιρετικά σπάνιας πάθησης της (1:1.000.000), ε) τα διαρκώς επιδεινούμενα συμπτώματα που οδήγησαν εντός τετραετίας (23.9.2010) στο θάνατό της, αλλά και στην έντονη ψυχική δοκιμασία που υπέστη από την αδόκητη και ανίατη ασθένειά της, κρίνει ότι η εκκαλούσα-εφεσίβλητη δικαιούται, ως μοναδική κληρονόμος της αποβιώσασας θυγατέρας της, ως χρηματική ικανοποίηση της ηθικής βλάβης αυτής, το ποσό των 200.000 ευρώ, όπως ορθά έκρινε το πρωτοβάθμιο δικαστήριο με την εκκαλούμενη απόφασή του. Το ποσό αυτό οφείλεται νομιμοτόκως, κατ’ άρθρο 21 ΚΝΔΔ και αρ. 45 ν.4609/2019, από την επίδοση της αγωγής.
  2. Επειδή, κατόπιν αυτών πρέπει να απορριφθούν οι κρινόμενες αντίθετες εφέσεις και ενόψει των περιστάσεων να συμψηφισθούν τα δικαστικά έξοδα μεταξύ των διαδίκων κατ’ άρθρο 275 παρ.1 Κ.Δ.Δ.

ΔΙΑ ΤΑΥΤΑ

Απορρίπτει τις αντίθετες εφέσεις.

Συμψηφίζει τα δικαστικά έξοδα μεταξύ των διαδίκων.

Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 15 Μαρτίου 2022 και δημοσιεύθηκε στην ίδια πόλη, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του Δικαστηρίου στις 13 Απριλίου 2022.

Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ                 Η ΕΙΣΗΓΗΤΡΙΑ                 Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

ThanasisΔΕΑ 1390-2022 αποζημίωση εμβολιασμός ανηλίκου