Ελεγκτικό Συνέδριο 1799/2017

Νόμος περί πόθεν έσχες. Καταλογισμός σε βάρος αστυνομικού και υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου του ποσού των 199.902,92 ευρώ, το οποίο αντιστοιχεί σε ισόποσο περιουσιακό όφελος, που φέρεται ότι απέκτησε αυτός, κατά τα έτη από 2005 έως και 2013 χωρίς να δικαιολογείται η νόμιμη προέλευσή του. Ο καταλογισμός έχει το χαρακτήρα αποζημιωτικού μέτρου. Το βάρος απόδειξης για τη νομιμότητα απόκτησης του περιουσιακού οφέλους έχει ο ίδιος ο ελεγχόμενος.

Η αθώωση του κατηγορουμένου για το αδίκημα της υποβολής ανακριβούς και ελλιπούς δήλωσης περιουσιακής κατάστασης εκ προθέσεως κατά συρροή, δεν συνεπάγεται νόμιμο λόγο μη καταλογισμού του με το επίδικο ποσό. Δεν δύναται να ασκήσει οποιαδήποτε επιρροή στη δίκη καταλογισμού, η επίκληση από τον καθ’ ου του γεγονότος ότι κατά την πειθαρχική διαδικασία που κινήθηκε εναντίον του από την υπηρεσία του δεν κρίθηκε πειθαρχικά ελεγκτέος και η υπόθεση ετέθη στο αρχείο.

1799/2017
ΕΛΕΓΚΤΙΚΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ
ΤΜΗΜΑ V

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στις 9 Φεβρουαρίου 2017, με την ακόλουθη σύνθεση: Μαρία Βλαχάκη, Αντιπρόεδρος, Πρόεδρος του Τμήματος, Βασιλική Ανδρεοπούλου (εισηγήτρια) και Ελένη Λυκεσά, Σύμβουλοι, Νικολέτα Ρένεση και Χριστίνα Κούνα, Πάρεδροι, που μετέχουν με συμβουλευτική ψήφο.
Γενικός Επίτροπος της Επικρατείας: Παραστάθηκε ο Αντεπίτροπος της Επικρατείας στο Ελεγκτικό Συνέδριο, Κωνσταντίνος Τόλης, ως νόμιμος αναπληρωτής του Γενικού Επιτρόπου της Επικρατείας, ο οποίος είχε κώλυμα.
Γραμματέας: Ιωάννα Ευθυμίου, Γραμματέας του V Τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου.
Για να δικάσει την από 21 Ιουλίου 2015 (ΑΒΔ …/30.7.2015) αίτηση του Γενικού Επιτρόπου της Επικρατείας στο Ελεγκτικό Συνέδριο για καταλογισμό του … του …, κατοίκου … Αττικής, οδός …, ο οποίος παραστάθηκε μετά του πληρεξουσίου δικηγόρου του Παντελή Αγγελόπουλου (Α.Μ. ΔΣΑ 010413).
Το Ελληνικό Δημόσιο, το οποίο εκπροσωπεί νόμιμα ο Υπουργός Οικονομικών, παραστάθηκε δια του Παρέδρου του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους Παναγιώτη Λαμπρόπουλου.
Με την αίτηση αυτή ο Γενικός Επίτροπος της Επικρατείας στο Ελεγκτικό Συνέδριο ζητεί να καταλογισθεί σε βάρος του καθ’ ου και υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου το ποσό των 199.902,92 ευρώ, το οποίο αντιστοιχεί σε ισόποσο περιουσιακό όφελος, που φέρεται ότι απέκτησε κατά τα έτη από 2005 έως και 2013 χωρίς να δικαιολογείται η νόμιμη προέλευσή του.
Κατά τη συζήτηση που ακολούθησε, το Δικαστήριο άκουσε:
Τον Αντεπίτροπο της Επικρατείας στο Ελεγκτικό Συνέδριο, ο οποίος ζήτησε την παραδοχή της αίτησης.
Τον πληρεξούσιο δικηγόρο του καθ’ ου η αίτηση, ο οποίος ζήτησε την απόρριψή της και
Τον εκπρόσωπο του Ελληνικού Δημοσίου, ο οποίος ζήτησε την παραδοχή της.
Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το Δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη.
Αφού μελέτησε τη δικογραφία και
Σκέφθηκε σύμφωνα με το νόμο
Αποφάσισε τα ακόλουθα

  1. Με την υπό κρίση, από 21.7.2015, αίτηση του Γενικού Επιτρόπου της Επικρατείας στο Ελεγκτικό Συνέδριο, που ασκήθηκε κατόπιν της …/12.5.2014 Έκθεσης της Επιτροπής Ελέγχου Δηλώσεων Περιουσιακής Κατάστασης λοιπού προσωπικού Ελληνικής Αστυνομίας, η οποία υπάγεται στη Διεύθυνση Εσωτερικών Υποθέσεων του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας, ζητείται, κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 12 του ν. 3213/2003, όπως προστέθηκε με το άρθρο 10 του ν. 3849/2010 και αντικαταστάθηκε με το άρθρο 228 του ν. 4281/2014, ο καταλογισμός σε βάρος του καθ’ ου η αίτηση, Υπαρχιφύλακα κατά το χρόνο του ελέγχου, και υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου, του ποσού των 199.902,92 ευρώ, το οποίο αντιστοιχεί σε ισόποσο περιουσιακό όφελος, το οποίο αυτός φέρεται ότι απέκτησε κατά τα έτη από 2005 έως και 2013 και του οποίου η νόμιμη προέλευση δεν δικαιολογείται. Η αίτηση αυτή, για την οποία δεν απαιτείται η καταβολή παραβόλου (βλ. άρθρο 73 παρ. 1 του κυρωθέντος με το άρθρο πρώτο του ν. 4129/2013 Κώδικα Νόμων για το Ελεγκτικό Συνέδριο), έχει ασκηθεί νομότυπα και συνεπώς είναι τυπικά δεκτή και πρέπει να εξεταστεί περαιτέρω ως προς τη νομική και ουσιαστική βασιμότητά της. Εξάλλου, προς αντίκρουση της ένδικης αίτησης, έχει παραδεκτώς κατατεθεί το από 14.2.2017 υπόμνημα του καθ’ ου αυτή.
  2. Με τις διατάξεις των βασικών περί πόθεν έσχες αλληλοδιαδόχως ισχυσάντων νόμων (ν. 1738/1987, Α΄ 200, ν. 2429/1996, Α΄ 155 και ήδη ισχύοντος ν. 3213/2003, Α΄ 309) καθορίστηκαν οι κατηγορίες των προσώπων που υποχρεούνται σε ετήσια υποβολή δηλώσεων περί της περιουσιακής τους κατάστασης, ορίστηκε δε περαιτέρω ότι αν κατά τον έλεγχο των οικείων δηλώσεων διαπιστωθεί ότι ο ελεγχόμενος, ο/η σύζυγος ή το ανήλικο τέκνο αυτού απέκτησαν «περιουσιακό όφελος του οποίου η προέλευση δεν δικαιολογείται», αυτός καταλογίζεται υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου από το αρμόδιο Τμήμα του Ελεγκτικού Συνεδρίου (άρθρο 11 παρ. 1 και 3 του ν. 1738/1987, Α΄ 200, άρθρο 29 παρ. 1 και 3 του ν. 2429/1996, Α΄ 155, άρθρο 6 παρ. 1 και 3 του ν. 3213/2003, Α΄ 309, και ήδη άρθρο 12 του ανωτέρω νόμου, όπως προστέθηκε με το άρθρο 10 του ν. 3849/2010, Α΄ 80, και αντικαταστάθηκε με το άρθρο 228 του ν. 4281/2014, Α΄ 160), το οποίο επιλαμβάνεται της υπόθεσης μετά από σχετική αίτηση που κατατίθεται ενώπιόν του από το Γενικό Επίτροπο της Επικρατείας στο Ελεγκτικό Συνέδριο (άρθρο 11 παρ. 3 του ν. 1738/1987, Α΄ 200, άρθρο 26 παρ. 6 του ν. 2429/1996, Α΄ 155, και άρθρα 3 παρ. 4 και 6 παρ. 3 του ν. 3213/2003, Α΄ 309, και πλέον άρθρο 12 του ανωτέρω νόμου, όπως ισχύει). Περαιτέρω, με το άρθρο 8 παρ. 2 περ. α΄ του ν. 3213/2003 (βλ. ήδη άρθρο 14 παρ. 2 του ανωτέρω νόμου, όπως αναριθμήθηκε με την παρ. 5 του άρθρου 1 του ν. 3849/2010), ορίσθηκε ότι οι δηλώσεις περιουσιακής κατάστασης του αστυνομικού προσωπικού του Υπουργείου Δημόσιας Τάξης υποβάλλονται στην Υπηρεσία Εσωτερικών Υποθέσεων της Ελληνικής Αστυνομίας, από την οποία και ελέγχονται (βλ. σχετ. και το κατ’ εξουσιοδότηση της περ. β΄ της ως άνω διάταξης εκδοθέν π.δ. 148/2005 «Δήλωση περιουσιακής κατάστασης αστυνομικού προσωπικού, συνοριακών φυλάκων και ειδικών φρουρών της Ελληνικής Αστυνομίας, των συζύγων και των τέκνων τους», Α΄ 201, και ιδίως το άρθρο 3 παρ. 5 αυτού).
  3. Με τις προαναφερόμενες διατάξεις, που σκοπό έχουν την ενίσχυση της διαφάνειας, τον περιορισμό της διαφθοράς στο δημόσιο εν γένει βίο και την πάταξη των αθέμιτων επί ζημία του Δημοσίου συναλλαγών από δημόσιους λειτουργούς και υπαλλήλους, που έχουν αποφασιστικές αρμοδιότητες στο πλαίσιο του κρατικού μηχανισμού, αλλά και από πρόσωπα εκτός αυτού, τα οποία ασκούν δραστηριότητες που επηρεάζουν αποφασιστικά το δημόσιο βίο, θεσπίστηκε και οργανώθηκε μια διαδικασία ελέγχου της περιουσιακής κατάστασης των προσώπων αυτών, τα οποία δύνανται, επωφελούμενα της ως άνω κρίσιμης ιδιότητάς τους, να προσπορίσουν στον εαυτό τους ή σε τρίτους αθέμιτο περιουσιακό όφελος. Για το λόγο αυτό, επιβλήθηκε στις εν λόγω κατηγορίες προσώπων η υποχρέωση για ετήσια υποβολή δήλωσης περί των κατεχόμενων από αυτά και από τα μέλη της οικογένειάς τους (σύζυγο και ανήλικα τέκνα) περιουσιακών στοιχείων, ενώ περαιτέρω θεσπίστηκαν τα όργανα ελέγχου και επαλήθευσης των δηλώσεων αυτών (Ε.Σ. V Τμ. 2173/2013, 3479, 757, 53/2012, 3040, 2704/2011, 1558/2008). Ειδικότερα, σε υποβολή ετήσιας δήλωσης περί της περιουσιακής του κατάστασης υποχρεούται, μεταξύ άλλων, το αστυνομικό προσωπικό που υπηρετεί στην Ελληνική Αστυνομία, το οποίο υπάγεται, ως εκ τούτου, στις ρυθμίσεις του ισχύοντος περί πόθεν έσχες νόμου (ν. 3213/2003, όπως ισχύει). Σε περίπτωση δε που κατά τον έλεγχο διαπιστωθεί ότι κατά τη διάρκεια της θητείας του ελεγχομένου στις εν λόγω κρίσιμες θέσεις αποκτήθηκε από τον ίδιο ή τα ως άνω μέλη της οικογένειάς του περιουσιακό όφελος, η προέλευση του οποίου δεν δύναται να δικαιολογηθεί, με βάση τις γνωστές στα ελεγκτικά όργανα νόμιμες πηγές εσόδων του ιδίου και των υπόλοιπων ως άνω προσώπων, προβλέπονται εις βάρος του ελεγχομένου ποινικές και χρηματικές (αστικής φύσης) κυρώσεις. Οι χρηματικές κυρώσεις συνίστανται στον έχοντα το χαρακτήρα αποζημιωτικού μέτρου καταλογισμό του ελεγχομένου, κατόπιν απόφασης του αρμόδιου Τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου, με χρηματικό ποσό ίσο προς το αδικαιολόγητο περιουσιακό όφελος, το οποίο τεκμαίρεται μαχητά ότι προέρχεται από την κατ’ εκμετάλλευση της θέσης του διάπραξη αθέμιτων, σε βάρος και επί ζημία του Δημοσίου, συναλλαγών (Ε.Σ. Ολομ. 1/2013, 2825/2006). Στην περίπτωση αυτή, το βάρος απόδειξης για τη νομιμότητα απόκτησης του περιουσιακού οφέλους έχει ο ίδιος ο ελεγχόμενος, ο οποίος υποχρεούται να αποδείξει, μεταξύ άλλων, τη νομιμότητα της προέλευσης των κεφαλαίων που εντοπίζονται στους τραπεζικούς λογαριασμούς του. Προς το σκοπό δε αυτό, πρέπει να προσκομίζει στις αρμόδιες διοικητικές και δικαστικές αρχές κάθε νόμιμο αποδεικτικό μέσο, από το οποίο να προκύπτει με σαφήνεια ο ακριβής τρόπος απόκτησης των κεφαλαίων αυτών, καθώς και η προέλευσή τους από νόμιμες πηγές (πρβλ. Ε.Σ. V Τμ. 2272/2014, 4428, 2173/2013, 3479, 1180, 757, 52/2012, 3295/2011).
  4. Στην υπό κρίση υπόθεση, από όλα ανεξαιρέτως τα στοιχεία του φακέλου, εκτιμώμενα το καθένα χωριστά και σε συνδυασμό μεταξύ τους, αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Κατόπιν επεξεργασίας από την αρμόδια Επιτροπή Ελέγχου Δηλώσεων Περιουσιακής Κατάστασης λοιπού προσωπικού Ελληνικής Αστυνομίας των υποβληθεισών δηλώσεων περιουσιακής κατάστασης (Δ.Π.Κ.) ετών 2006 έως και 2013 του ήδη καθ’ ου, (τότε) Υπαρχιφύλακα, που έχει γεννηθεί το έτος 1979 και υπηρετούσε το έτος 2014 στο Αρχηγείο Ελληνικής Αστυνομίας/Διεύθυνση Αστυνομικού Προσωπικού & Εσωτερικών Λειτουργιών/ Διεύθυνση Εσωτερικών Λειτουργιών, συντάχθηκε η …/12.5.2014 έκθεση ελέγχου δηλώσεων περιουσιακής κατάστασης, με την οποία διαπιστώθηκαν τα ακόλουθα: Ότι ο καθ’ ου, ενώ στις δηλώσεις αυτού των ετών 2006, 2007, 2008, 2009 και 2010 δεν δήλωσε την ύπαρξη καταθέσεων σε Τράπεζες, Ταμιευτήρια και άλλα ημεδαπά ή αλλοδαπά πιστωτικά Ιδρύματα ή αποταμιεύσεις εκτός πιστωτικών ιδρυμάτων: 1. Το έτος 2005, όπως δήλωσε στη Δ.Π.Κ. 2006, αγόρασε οικία 64 τ.μ. και τρεις αποθήκες (12, 10 και 5 τ.μ.), επί της οδού … στην … Αττικής, αντί τιμήματος 70.300,00 ευρώ, ποσό, το οποίο δήλωσε ότι προέρχεται από λήψη δανείου, αλλά δεν επισύναψε το συμβόλαιο αγοραπωλησίας και τη σύμβαση δανείου. 2. Το έτος 2006, όπως δήλωσε στη Δ.Π.Κ. 2007, αγόρασε το με αριθμ. κυκλ. … Ι.Χ.Ε. αυτοκίνητο, 1796 cc, αντί τιμήματος 27.210,00 ευρώ, ποσό, το οποίο υπερβαίνει τα ετήσια δηλωθέντα στις δηλώσεις περιουσιακής του κατάστασης ετών 2006 και 2007 έσοδά του και δεν δικαιολογείται. 3. Το έτος 2008 (βλ. Δ.Π.Κ. 2009) απέκτησε 2.045 τεμάχια μετοχών της «… AE» αντί του ποσού των 60.020,75 ευρώ, που υπερβαίνει κατά πολύ τα ετήσια έσοδά του. Εξ αυτού του ποσού, για το επιμέρους ποσό των 30.020,75 ευρώ δεν προσκόμισε παραστατικά για την προέλευσή του. 4. Στη Δ.Π.Κ. έτους 2011 δήλωσε αποταμιεύσεις ύψους 35.000,00 ευρώ εκτός πιστωτικών ιδρυμάτων «λόγω γενικής οικονομικής κατάστασης της χώρας», ήτοι εμφάνισε αύξηση των αποταμιεύσεων αυτού σε σχέση με το προηγούμενο έτος κατά τουλάχιστον 35.000,00 ευρώ, χωρίς η αύξηση αυτή να δικαιολογείται από τα ετήσια εισοδήματά του και 5. Στη Δ.Π.Κ. έτους 2013 δήλωσε καταθέσεις ύψους 83.000,00 ευρώ στην Τράπεζα Κύπρου, ήτοι εμφάνισε αύξηση των αποταμιεύσεών του κατά 33.000,00 ευρώ σε σχέση με το προηγούμενο έτος, χωρίς η αύξηση αυτή να δικαιολογείται από τα εισοδήματά του. Επίσης δήλωσε έσοδα ύψους 4.372,17 ευρώ από κέρδη Ο.Π.Α.Π, χωρίς να επισυνάπτει σχετική βεβαίωση κερδών από τον Ο.Π.Α.Π.. Κατόπιν των ανωτέρω διαπιστώσεων, η Επιτροπή κατέληξε ότι η αύξηση των περιουσιακών στοιχείων του καθ’ ου, όπως αυτή καταγράφηκε αμέσως προηγουμένως αναλυτικά κατ’ έτος, δεν δικαιολογείται από τα ετήσια έσοδά του, κατά τα προεκτιθέμενα. Πέραν δε της αδικαιολόγητης αύξησης, αυτός εξυπηρετεί δάνειο δαπάνης ύψους περίπου 7.500,00 ευρώ κατ’ έτος. Η ανωτέρω έκθεση ελέγχου υποβλήθηκε με την …/12.5.2014 αναφορά του Διευθυντή Εσωτερικών Υποθέσεων του Αρχηγείου Ελληνικής Αστυνομίας στον Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Αθηνών (βλ. σχετ. και …/8.8.2014 έγγραφο του ιδίου Διευθυντή), κατόπιν δε παραπομπής του καθ’ ου στο ακροατήριο του Δ΄ Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών κατά τη συνεδρίαση της 27.2.2015, με την 9118/2015 απόφαση του Δικαστηρίου αυτού κηρύχθηκε αυτός αθώος του αδικήματος της υποβολής ανακριβούς και ελλιπούς δήλωσης περιουσιακής κατάστασης εκ προθέσεως κατά συρροή. Η ως άνω έκθεση κοινοποιήθηκε επίσης με το τελευταίο ως ανωτέρω έγγραφο του Διευθυντή Εσωτερικών Υποθέσεων του Αρχηγείου Ελληνικής Αστυνομίας στο Γενικό Επίτροπο της Επικρατείας στο Ελεγκτικό Συνέδριο, προκειμένου ο τελευταίος να διατυπώσει πρόταση καταλογισμού του καθ’ ου κατά τις περί πόθεν έσχες διατάξεις με την υποβολή σχετικής αίτησης στο αρμόδιο Τμήμα του Ελεγκτικού Συνεδρίου.
  5. Ήδη με την ένδικη από 21.7.2015 αίτηση ο Γενικός Επίτροπος της Επικρατείας ζητεί τον υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου και κατά τις διατάξεις των περί πόθεν έσχες νόμων καταλογισμό του ανωτέρω με το ποσό των 199.902,92 ευρώ, το οποίο αντιστοιχεί σε ισόποση προσαύξηση της κινητής περιουσίας αυτού κατά τα έτη 2005 έως και 2012 και του οποίου (ποσού) η προέλευση δεν δικαιολογείται από τα δηλωθέντα εισοδήματά του, για τους εκτιθέμενους στην αίτηση ως προς τα κατωτέρω αναφερόμενα επί μέρους ποσά λόγους. Ειδικότερα: Α) Ως προς το ποσό των 70.300,00 ευρώ, που αντιστοιχεί στο τίμημα απόκτησης κατά το έτος 2005 από τον ανωτέρω οικίας και τριών αποθηκών στην … Αττικής, διότι δεν αποδεικνύεται ότι αυτό αποτελεί προϊόν λήψης δανείου, δοθέντος ότι δεν προσκομίστηκε από αυτόν το συμβόλαιο αγοραπωλησίας και η σχετική σύμβαση δανείου. Β) Ως προς το ποσό των 27.210,00 ευρώ, που αντιστοιχεί στο τίμημα αγοράς κατά το έτος 2006 του με αριθμ. κυκλ. … Ι.Χ.Ε. αυτοκινήτου, διότι στις δηλώσεις περιουσιακής κατάστασης ετών 2006 και 2007 δεν δήλωσε αυτός την ύπαρξη δανείου ή καταθέσεων – αποταμιεύσεων. Γ) Ως προς το ποσό των 30.020,75 ευρώ, που αντιστοιχεί σε μέρος της αξίας κτήσης, κατά το έτος 2008, μετοχών της «…», διότι δεν επισυνάπτονται παραστατικά της προέλευσης του ποσού αυτού. Δ) Ως προς το ποσό των 35.000,00 ευρώ, το οποίο δήλωσε στη δήλωση περιουσιακής κατάστασης έτους 2011 ως αποταμίευση παρελθόντων ετών, ευρισκόμενο εκτός πιστωτικών ιδρυμάτων, διότι δεν δικαιολογείται η αύξηση αυτή των αποταμιεύσεών του σε σχέση με το προηγούμενο έτος από τα ετήσια εισοδήματά του. Ε) Ως προς το ποσό των 33.000,00 ευρώ, το οποίο δήλωσε στη δήλωση περιουσιακής κατάστασης έτους 2013 ως προϊόν αποταμίευσης, κατατεθειμένο στην Τράπεζα Κύπρου, διότι ομοίως η αύξηση αυτή των αποταμιεύσεών του σε σχέση με το προηγούμενο έτος δε δικαιολογείται από τα ετήσια εισοδήματά του. ΣΤ) Ως προς το ποσό των 4.372,17 ευρώ, δηλωθέν στην ίδια ως άνω δήλωση ως προερχόμενο από κέρδη ΟΠΑΠ, διότι δεν αποδεικνύεται από σχετικώς εκδοθείσα βεβαίωση.
  6. Ήδη, ο καθ’ ου, με το από 14.2.2017 υπόμνημα, ισχυρίζεται και αντιτάσσει, καθ’ όσον αφορά το αιτούμενο προς καταλογισμό σε βάρος του συνολικό ποσό, τα ακόλουθα : α) Εκ του ποσού των 70.300,00 ευρώ, που αντιστοιχεί στο τίμημα αγοράς ακινήτων το έτος 2005, ο καθ’ ου ισχυρίζεται ότι ποσό 68.722,51 ευρώ αποτελεί προϊόν δανείου εκ του Ταμείου Παρακαταθηκών και Δανείων, που χορηγήθηκε σ’ αυτόν τον Οκτώβριο του έτους 2004 προς το σκοπό αγοράς των ως άνω αναφερόμενων κατοικίας και αποθηκών. Προς απόδειξη δε των ισχυρισμών του προσκομίζει και επικαλείται αφ’ ενός μεν το με αριθμ. πρωτ. …/2.2.2005 έγγραφο του Διευθυντή Δανείων Στεγαστικών και Ειδ. Κατηγοριών (Τμήμα Χορήγησης Δανείων) της Κεντρικής Υπηρεσίας του Ταμείου Παρακαταθηκών και Δανείων και αφ’ ετέρου το με αριθμ. …/27.10.2004 συμβόλαιο αγοραπωλησίας οριζοντίων ιδιοκτησιών του Συμβολαιογράφου Αθηνών … . Πράγματι, από το προαναφερόμενο συμβόλαιο αποδεικνύεται ότι ο καθ’ ου αγόρασε, έναντι τιμήματος 68.722,51 ευρώ, ένα διαμέρισμα 64 τ.μ. του τετάρτου ορόφου της επί της οδού … στην … Αττικής (τότε) ανεγειρόμενης, κατά τις διατάξεις του ν. 3741/1929 “Περί της ιδιοκτησίας κατ’ ορόφους”, όπως ίσχυε, πολυόροφης οικοδομής, καθώς και τρεις (3) αποθήκες (Υ1, Υ2 και Υ3, 4,80, 12,00 και 10,25 τ.μ. αντίστοιχα) του υπογείου, ανέλαβε δε την υποχρέωση να καταβάλει στην εργολήπτρια – κατασκευάστρια εταιρεία το ως άνω τίμημα από προϊόν δανείου, το οποίο θα ελάμβανε από το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων. Όπως προκύπτει περαιτέρω από το προαναφερόμενο έγγραφο, πράγματι ο ανωτέρω έλαβε από το Ταμείο ισόποσου ύψους στεγαστικό τοκοχρεωλυτικό δάνειο, διάρκειας 30 ετών, του οποίου η εξυπηρέτηση εκκίνησε από την 1.7.2005, ανερχομένης της μηνιαίας δόσης για την εξυπηρέτηση αυτού, με παρακράτηση του αντίστοιχου ποσού από τις κατά μήνα αποδοχές του, σε 374,78 ευρώ. Κατόπιν των ανωτέρω, ο εν λόγω ισχυρισμός του καθ’ ου αποδεικνύεται πλήρως και, συνακόλουθα, το Τμήμα κρίνει ότι, ως προς το ανωτέρω υποποσό των 68.722,51 ευρώ, η ένδικη αίτηση παρίσταται ουσία αβάσιμη, αφού το ως άνω περιουσιακό όφελος του καθ’ ου δικαιολογείται. β) Εκ του ποσού των 27.210,00 ευρώ, που αντιστοιχεί στο τίμημα αγοράς αυτοκινήτου κατά το έτος 2006, ο καθ’ ου ισχυρίζεται ότι ποσό 7.000,00 ευρώ προέρχεται από την πώληση παλαιού του αυτοκινήτου, προς απόδειξη δε του ισχυρισμού του αυτού προσκομίζει και επικαλείται το από 25.10.2006 τιμολόγιο της εταιρείας … ΑΕΒΕ, ύψους 7.000,00 ευρώ, από το οποίο προκύπτει αγορά της ως άνω εταιρείας από τον καθ’ ου του Ι.Χ.Ε. μεταχειρισμένου αυτοκινήτου μάρκας Opel Astra, με αριθμ. κυκλ. …, έναντι του ως άνω ποσού. Ως εκ τούτου, και ο ισχυρισμός αυτός του ανωτέρω αποδεικνύεται πλήρως και η ένδικη αίτηση παρίσταται ουσία αβάσιμη και ως προς το προαναφερόμενο περιουσιακό όφελος του καθ’ ου, του οποίου η νόμιμη προέλευση δικαιολογείται. γ) Όσον αφορά το μερικότερο ποσό των 4.372,17 ευρώ, ότι αυτό προέρχεται από κέρδη δελτίων παιγνίων ΟΠΑΠ. Προς απόδειξη του ισχυρισμού αυτού ο καθ’ ου προσκομίζει και επικαλείται την από … βεβαίωση κέρδους της Οικονομικής Μονάδας – Δ/νση ΝΟΝ CASH OPERATIONS της ΟΠΑΠ Α.Ε., με την οποία βεβαιώνεται ότι ο ανωτέρω κατέθεσε στην εταιρεία αποδεικτικά είσπραξης κερδών από παίγνια συνολικού καθαρού ποσού 4.612,57 ευρώ, τα οποία (κέρδη) κατεβλήθησαν εντός του έτους 2012 και έχουν προκύψει από την κατάθεση δελτίων συνολικής αξίας 240,40 ευρώ. Κατόπιν αυτού, και ο εν λόγω ισχυρισμός του καθ’ ου αποδεικνύεται πλήρως, αφού η νόμιμη προέλευση του ποσού των 4.372,17 ευρώ (ήτοι 4.612,57 – αξία δελτίων 240,40) δικαιολογείται και, ως εκ τούτου, η ένδικη αίτηση, ως προς το ποσό αυτό, παρίσταται ουσία αβάσιμη. δ) Από το ποσό των 199.902,92 ευρώ, για το οποίο ζητείται ο καταλογισμός, ο καθ’ ου ισχυρίζεται ότι ποσό ύψους 72.257,77 ευρώ αποτελεί το απομείναν καθαρό αποταμιευτικό υπόλοιπο των ετησίων από μισθούς εισοδημάτων του, αφαιρουμένων των δηλωθεισών δαπανών, κατά την 31.12.2014, συμπεριλαμβανομένων και των εκτός πιστωτικών ιδρυμάτων αποταμιεύσεων αυτού. Προς απόδειξη δε του προβαλλόμενου ισχυρισμού του, ο καθ’ ου προσκομίζει και επικαλείται σχετική ανάλυση των εισοδημάτων και δαπανών αυτού κατά τα οικονομικά έτη 2000 έως και 2013, υπογεγραμμένη από το Λογιστή – Φοροτεχνικό …, κατ’ αντιγραφή, όπως διατείνεται, των αντίστοιχων φορολογικών του δηλώσεων. Ο ισχυρισμός όμως αυτός του καθ’ ου παρίσταται ουσία αβάσιμος ως αναπόδεικτος, καθόσον, αν και ο ίδιος φέρει το σχετικό βάρος απόδειξης, σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη σκέψη 3 της παρούσας, δεν προσκόμισε ενώπιον του Δικαστηρίου αντίγραφα των υποβληθεισών φορολογικών δηλώσεων αυτού των ως άνω οικονομικών ετών ούτε τα αντίστοιχα εκκαθαριστικά σημειώματα φορολογίας, με αποτέλεσμα το Δικαστήριο να μην μπορεί να επαληθεύσει την ακρίβεια των αναγραφόμενων στην ανωτέρω προσκομισθείσα ανάλυση ποσών, μόνη η προσκόμιση της οποίας δεν είναι ικανή να εδραιώσει πλήρη δικανική πεποίθηση ως προς τη βασιμότητα του ισχυρισμού αυτού, ελλείψει άλλων αποδεικτικών στοιχείων. ε) Ως προς το απομένον (μετά την άθροιση των ως άνω μερικότερων ποσών και την αφαίρεση του αθροίσματος αυτών από το ποσό του οποίου ζητείται ο καταλογισμός σε βάρος του) προς αιτιολόγηση ποσό των 47.550,47 ευρώ, ο καθ’ ου ισχυρίζεται ότι τούτο αιτιολογείται υπερεπαρκώς, καθόσον, διαιρουμένου του αποταμιευτικού υπολοίπου του κοινού τραπεζικού λογαριασμού αυτού με τους γονείς του, ύψους 215.469,19 ευρώ, ισόποσα σε καθέναν από αυτούς, το μερίδιο του καθ’ ου αντιστοιχεί σε ποσό ύψους 71.823,063 ευρώ, το οποίο υπερκαλύπτει το ως άνω προς δικαιολόγηση ποσό. Προς απόδειξη δε του ισχυρισμού του αυτού ο καθ’ ου προσκομίζει και επικαλείται σχετική ανάλυση, κατ’ αντιγραφή, όπως διατείνεται, των αντίστοιχων φορολογικών δηλώσεων των γονέων του, σχετικά με τα εισοδήματα και τις δαπάνες αυτών κατά τα οικονομικά έτη 2000 έως και 2014, υπογεγραμμένη από το λογιστή – φοροτεχνικό … . Ο ισχυρισμός, όμως, αυτός του καθ’ ου προβάλλεται αλυσιτελώς, καθόσον δεν κατατείνει σε δικαιολόγηση και απόδειξη της πηγής προέλευσης του ως άνω ποσού, καθώς και της νομιμότητας της προέλευσης αυτής, παρ’ ότι, σύμφωνα με όσα εκτέθηκαν στη σκέψη 3 της παρούσας, το βάρος ανατροπής του τεκμηρίου περί προέλευσης του αδικαιολόγητου περιουσιακού οφέλους φέρει ο ελεγχόμενος, ο οποίος έχει το δικαίωμα, αλλά και την υποχρέωση, να αποδείξει τη νομιμότητα απόκτησης του περιουσιακού οφέλους. Συνεπώς και αληθής υποτιθέμενος ο ισχυρισμός αυτός δεν θα απεδείκνυε τη νόμιμη προέλευση του ποσού αυτού, παρά μόνον θα επιβεβαίωνε ότι ο καθ’ ου είναι κύριος αυτού. Ομοίως, αλυσιτελής παρίσταται και η προσκόμιση και επίκληση από τον καθ’ ου, σε σχέση με τα ως άνω υπό στοιχ. δ΄ και ε΄ ποσά, φωτοαντιγράφων 232 σελίδων κίνησης τραπεζικών λογαριασμών του ίδιου, της αδελφής και των γονέων αυτού από το έτος 2000 έως και το έτος 2013, αφού δεν επαρκεί αυτή προς δικαιολόγηση και απόδειξη της πηγής προέλευσης των ποσών αυτών και της νομιμότητας της προέλευσης αυτής.
  7. Περαιτέρω, από τα στοιχεία του φακέλου και ειδικότερα από τις από … 2014 δύο (2) βεβαιώσεις κέρδους της Οικονομικής Μονάδας – Δ/νση NON CASH OPERATIONS της ΟΠΑΠ Α.Ε., επίκληση των οποίων γίνεται με τις μη φέρουσες ημερομηνία έγγραφες εξηγήσεις που υπέβαλε ο καθ’ ου αφ’ ενός προς τη Διεύθυνση Εσωτερικών Υποθέσεων της ΕΛ.ΑΣ. και αφ’ ετέρου προς τον Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Αθηνών και στις οποίες παραπέμπει αυτός με το υπόμνημά του, προκύπτει ότι ο καθ’ ου κατέθεσε στην ως άνω εταιρεία αποδεικτικά είσπραξης κέρδους από παίγνια α) συνολικού καθαρού ποσού 31.890,59 ευρώ, τα οποία (κέρδη) κατεβλήθησαν από την ΟΠΑΠ Α.Ε. εντός του έτους 2010 και έχουν προκύψει από την κατάθεση δελτίων συνολικής αξίας 2.535,30 ευρώ και β) συνολικού καθαρού ποσού 12.720,59 ευρώ, τα οποία κατεβλήθησαν από την εταιρεία εντός του έτους 2012 και έχουν προκύψει από την κατάθεση δελτίων συνολικής αξίας 1.200,00 ευρώ. Κατόπιν των ανωτέρω, το Τμήμα κρίνει κατά πλειοψηφία ότι, καθ’ όσον αφορά τα ποσά των 29.355,29 ευρώ, για το έτος 2010 (ήτοι 31.890,59 – αξία δελτίων 2.535,30) και 11.520,59 ευρώ, για το έτος 2012 (ήτοι 12.720,59 – αξία δελτίων 1.200,00), η νόμιμη προέλευση αυτών αποδεικνύεται πλήρως και, ως εκ τούτου, η ένδικη αίτηση, καθ’ όσον αφορά τα εν λόγω κεφάλαια, τα οποία δικαιολογούνται ως αποταμιευτικό υπόλοιπο στην κινητή περιουσία του καθ’ ου κατά τα αντίστοιχα έτη (2010 και 2012), παρίσταται ουσία αβάσιμη. Μειοψήφησε η Πρόεδρος του Τμήματος Μαρία Βλαχάκη, κατά τη γνώμη της οποίας με τα επικαλούμενα στοιχεία δεν δικαιολογείται η προέλευση των ως άνω ποσών, καθόσον αυτά δεν είχαν δηλωθεί στις ετήσιες Δ.Π.Κ. ως προερχόμενα από κέρδη της ΟΠΑΠ Α.Ε., όπως αντιθέτως είχε δηλωθεί το ποσό των 4.372,17 ευρώ στη Δ.Π.Κ. του έτους 2013, αλλά το πρώτον δηλώθηκαν ως τέτοια με τις έγγραφες εξηγήσεις, που κλήθηκε να δώσει αυτός μετά την ανακάλυψη του αδικαιολόγητου περιουσιακού του οφέλους. Πέραν δε τούτου, οι βεβαιώσεις της αρμοδίας διεύθυνσης της α.ε. ΟΠΑΠ εκδόθηκαν βάσει των προσκομισθέντων από τον ίδιο αποδεικτικών είσπραξης κέρδους, στα οποία όμως δεν αναγράφεται ονομαστικά ο παίκτης που κέρδισε τα ως άνω ποσά, και δεν ερείδονται σε ονομαστικές καταστάσεις της εταιρείας.
  8. Εξάλλου, ο καθ’ ου, με το υπόμνημά του και καθ’ ερμηνεία αυτού, ισχυρίζεται ότι, εφόσον με την 9118/2015 απόφαση του Δ΄ Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών κηρύχθηκε αυτός αθώος του αδικήματος της υποβολής ανακριβούς και ελλιπούς δήλωσης περιουσιακής κατάστασης εκ προθέσεως κατά συρροή, δε συντρέχει νόμιμος λόγος καταλογισμού του με το επίδικο ποσό. Ο ισχυρισμός όμως αυτός παρίσταται αβάσιμος και απορριπτέος, καθόσον το ως άνω Δικαστήριο, κρίναν επί του αδικήματος της υποβολής ανακριβούς και ελλιπούς δήλωσης περιουσιακής κατάστασης και όχι επί του αδικήματος της απόκτησης περιουσιακού οφέλους επωφελούμενου του καθ’ ου της ιδιότητάς του (άρθρο 4 παρ. 1 του ν. 3213/2003), δε δύναται με την ως άνω απόφασή του, η οποία άλλωστε δεν προκύπτει ότι έχει τελεσιδικήσει, να δεσμεύσει το παρόν Δικαστήριο, παρά μόνο για τα πραγματικά περιστατικά, τα οποία, όπως από το περιεχόμενο και δη την αιτιολογία αυτής προκύπτει, αποτέλεσαν αντικείμενο της εξενεχθείσας ποινικής κρίσης αυτού και δεν αμφισβητούνται εν προκειμένω, ήτοι ότι δεν απέκρυψε με δόλο τα εισοδήματά του κατά την υποβολή των δηλώσεων περιουσιακής του κατάστασης ετών 2010, 2011, 2012 και 2013 (βλ. ΕΔΔΑ υπόθεση Β. Σταυρόπουλου κατά Ελλάδος, V Τμ. Ε.Σ. 3028/2010, 53/2012 κ.ά.).
  9. Ομοίως δε δύναται να ασκήσει οποιαδήποτε επιρροή στην παρούσα δίκη η επίκληση από τον καθ’ ου του γεγονότος ότι κατά την πειθαρχική διαδικασία που εκκίνησε εναντίον του από την υπηρεσία του δεν κρίθηκε πειθαρχικά ελεγκτέος και η υπόθεση ετέθη στο αρχείο (βλ. σχετ. και προσκομιζόμενο …/5.8.2015 έγγραφο της αναπλ. Διευθύντριας Αστυνομικού Προσωπικού του Αρχηγείου ΕΛ.ΑΣ.) και ο σχετικός ισχυρισμός αυτού είναι απορριπτέος ως αλυσιτελώς προβαλλόμενος, καθόσον η πειθαρχική ευθύνη αυτού ως δημοσίου υπαλλήλου εδράζεται επί διαφορετικών προϋποθέσεων σε σχέση με την ευθύνη αυτού κατά τις ειδικές περί πόθεν έσχες διατάξεις, όπως παρατέθηκαν σε προηγούμενη σκέψη, η δε τελευταία δεν εξαρτάται κατά νόμο από τη συνδρομή ή μη της πρώτης ούτε την προϋποθέτει (βλ. V Τμ. Ε.Σ. 53/2012).
  10. Κατόπιν των ανωτέρω, το Δικαστήριο άγεται κατά πλειοψηφία στην κρίση ότι ο καθ’ ου η αίτηση δεν δικαιολόγησε την προέλευση από τις εμφανείς και νόμιμες πηγές εσόδων του περιουσιακού οφέλους ύψους 78.932,36 ευρώ [ήτοι 199.902,92 – (68.722,51 + 7.000,00 + 4.372,17 + 29.355,29 + 11.520,59)], το οποίο απέκτησε κατά τα έτη 2005 έως και 2012, κατά τα οποία υπείχε υποχρέωση υποβολής δήλωσης περιουσιακής κατάστασης, υποκείμενος σε σχετικό έλεγχο, κατά τις περί πόθεν έσχες διατάξεις. Επομένως, πρέπει η ένδικη αίτηση να γίνει εν μέρει δεκτή και να καταλογισθεί σε βάρος του καθ’ ου και υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου το ποσό των 78.932,36 ευρώ, το οποίο δεν δικαιολογείται. Κατά τη γνώμη όμως της Προέδρου του Τμήματος Μαρίας Βλαχάκη, πλέον του ως άνω ποσού των 78.932,36 ευρώ, αδικαιολόγητα παρίστανται, κατά τα προεκτεθέντα στη σκέψη 7, και τα ποσά των 29.355,29 ευρώ, για το έτος 2010, και 11.520,59 ευρώ για το έτος 2012, και, ως εκ τούτου, πρέπει να καταλογισθεί εις βάρος του το συνολικό ποσό των 119.808,24 ευρώ. Πλην, όμως, η γνώμη αυτή δεν εκράτησε.
    Για τους λόγους αυτούς
    Δέχεται εν μέρει την από 21.7.2015 αίτηση του Γενικού Επιτρόπου της Επικρατείας στο Ελεγκτικό Συνέδριο. Και
    Καταλογίζει σε βάρος του … του … το ποσό των εβδομήντα οκτώ χιλιάδων εννιακοσίων τριάντα δύο και τριάντα έξι ευρώ (78.932,36 ευρώ).

Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 6 Απριλίου και στις 26 Μαΐου 2017.
Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΕΙΣΗΓΗΤΡΙΑ ΣΥΜΒΟΥΛΟΣ
ΜΑΡΙΑ ΒΛΑΧΑΚΗ ΒΑΣΙΛΙΚΗ ΑΝΔΡΕΟΠΟΥΛΟΥ

Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
ΙΩΑΝΝΑ ΕΥΘΥΜΙΟΥ

Δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του Δικαστηρίου στις 12 Οκτωβρίου 2017.

Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
ΜΑΡΙΑ ΒΛΑΧΑΚΗ ΙΩΑΝΝΑ ΕΥΘΥΜΙΟΥ

ThanasisΕλεγκτικό Συνέδριο 1799/2017