Ιατρική αμέλεια. Χρηματική ικανοποίηση τέκνου λόγω ηθικής βλάβης του και ως αποζημίωση τούτου κατά το άρθρο 931 ΑΚ. Δεν είναι άδικη η τεχνητή διακοπή της εγκυμοσύνης (πάντοτε με τη συναίνεση της εγκύου), όταν γίνεται με τις προϋποθέσεις που ορίζονται στις αναφερόμενες στην παράγραφο 4 του ίδιου άρθρου περιπτώσεις που συνιστούν ειδικούς λόγους άρσεως του αδίκου. Τέτοια περίπτωση συντρέχει, κατά το εδ. β της παρ. 4, επί ευγονικής ενδείξεως, όταν δηλαδή έχουν διαπιστωθεί, με τα σύγχρονα μέσα προγεννητικής διάγνωσης, ενδείξεις σοβαρής ανωμαλίας του εμβρύου που επάγονται τη γέννηση «παθολογικού νεογνού» και η εγκυμοσύνη δεν έχει διάρκεια περισσότερο από 24 εβδομάδες (§ 4 περ. β`). Σε μία τέτοια περίπτωση, εφόσον πληρούνται και οι λοιπές προϋποθέσεις του νόμου, η διακοπή της κύησης εμφανίζεται ως πράξη δικαιολογημένη και γι` αυτό όχι άδικη. Οι ανωτέρω όροι «σοβαρή ανωμαλία του εμβρύου» και «παθολογικό νεογνό» πρέπει να ερμηνευθούν στενά και να θεωρηθούν ως «σοβαρή ανωμαλία του εμβρύου» που συνεπάγεται γέννηση «παθολογικού νεογνού» μόνο εκείνες οι περιπτώσεις που πρόκειται να γεννηθεί παιδί, το οποίο θα πάσχει από μία ιδιαίτερα βαριά νόσο ή βλάβη της υγείας του, σε κάθε περίπτωση μη ιάσιμη ή μη αντιμετωπίσιμη ιατρικά με διορθωτική παρέμβαση ώστε να παρίσταται ιδιαίτερα σκληρό και καταχρηστικό να ζητηθεί από την έγκυο η συνέχιση της κύησης. Η αναιρεσιβαλλομένη παρεβίασε εκ πλαγίου με την μη εφαρμογή τους τις διατάξεις του άρθρου 8 Κανονισμού Ιατρικής Δεοντολογίας (βδ 25-5/6-7-1955) και την παρ. 4 άρθρ. 47 ν. 2071/1992, καθ’ όσον ελλείψει ενημερώσεως από τον ανωτέρω ιατρό στέρησε από τους αναιρεσείοντας το δικαίωμα επιλογής.
ΣτΕ 2062/2020
Το Συμβούλιο της Επικρατείας, κατά την εκδίκαση της υπαλληλικής προσφυγής του άρθρου 103 παρ. 4 του Συντάγματος, εξετάζει την υπόθεση κατά τον νόμο και την ουσία, ήτοι προβαίνει σε ιδία διαπίστωση των πραγματικών περιστατικών, στον ορθό νομικό χαρακτηρισμό των πράξεων που αποδίδονται στον πειθαρχικώς διωκόμενο, ως πειθαρχικών παραπτωμάτων και στην υπαγωγή τους στον προσήκοντα κανόνα δικαίου. Περαιτέρω, εκφέρει δική του ουσιαστική κρίση σχετικά με την τέλεση των πειθαρχικών παραπτωμάτων και τη σοβαρότητά τους εν όψει και των συνθηκών υπό τις οποίες τελέσθηκαν, καθώς και σχετικά με την επιμέτρηση της πειθαρχικής ποινής κατ’ εκτίμηση όλων των στοιχείων του φακέλου της πειθαρχικής υποθέσεως, λαμβάνοντας υπ’ όψιν την εν γένει υπηρεσιακή κατάσταση του υπαλλήλου καθ’ όλη τη σταδιοδρομία του.
Διοικητικό Πρωτοδικείο Πειραιά Α1311/2021
Ακύρωση προστίμου εφκα επιβληθέντος λόγω μη αναγραφής εργαζομένου (5, 8 ν. 4554/2018, υ.α. 43614/996/9.8.2018 άρθρο 1)
Αριθμός Απόφασης: Α1311/2021
Απόφαση Ολομ. Ελεγκτικού Συνεδρίου 771/2021
Ολομέλεια Συμβουλίου της Επικρατείας 800/2021
Στην προκείμενη περίπτωση, ζητήθηκε αποζημίωση κατ’ άρθρο 105 ΕισΝΑΚ, τόσο ευθέως, όσο και αναλόγως εφαρμοζόμενο, κατά τα κριθέντα με την απόφαση ΣτΕ Ολ 1501/2014, για την αποκατάσταση της βλάβης που ο αιτών κατά τους ισχυρισμούς του είχε υποστεί εξαιτίας σφαλμάτων, άλλως προδήλων σφαλμάτων, στα οποία υπέπεσε με απόφασή του ο Άρειος Πάγος κατά την εκδίκαση υπόθεσής του. Το Δικαστήριο έκρινε ότι το Διοικητικό Πρωτοδικείο που δίκασε κατ’ ουσίαν την αγωγή, ενόσω δεν υφίσταται νομοθετικός καθορισμός των όρων αποκατάστασης της ζημίας που προκαλείται από όργανα ενταγμένα στη δικαστική λειτουργία, καθώς και των αρμοδίων δικαστηρίων, υπερέβη τη δικαιοδοσία του, για τον λόγο δε αυτό, τον οποίο εξέτασε αυτεπαγγέλτως, αναίρεσε την απόφαση του Διοικητικού Εφετείου, εξαφάνισε την πρωτόδικη απόφαση και, ακολούθως, απέρριψε την αγωγή ως απαράδεκτη.